Κατ’ αρχάς μια παραδοχή ήττας: ο ηλεκτρονικός Τύπος και ειδικά ο τηλεοπτικός αρνείται ή απλώς δεν μπορεί να κρατήσει τα προσχήματα, όταν καλείται να καλύψει σοβαρές ποινικές υποθέσεις. Στην υπόθεση της Πάτρας με τους καθημερινούς καφενειακούς μαραθώνιους, τις εφιαλτικές ανθυπολεπτομέρειες, τα χιλιάδες tweets (και από δημοσιογράφους..!) και τα spaces, αυτό έγινε περισσότερο από σαφές.
Στην αρχή ήταν τέτοιο το σοκ και το συλλογικό μούδιασμα -τι πιο άγριο από την περίπτωση μιας γυναίκας που κατηγορείται για τη δολοφονία του ενός, μέχρι στιγμής, παιδιού της, ενώ φέρεται να σκότωσε και τα άλλα δύο- που τα συγχαρητήρια για τις δημοσιογραφικές έρευνες και οι ειδωλοποιήσεις συγκεκριμένων ρεπόρτερ ήταν μέχρι ενός σημείου κατανοητές.
Μπροστά στην “υπόθεση του αιώνα”, δινόταν για μέρες άλλοθι στην τηλεοπτική και διαδικτυακή τσιρκοποίηση του θέματος και φυσικά κανείς δεν θα τολμούσε να αναφερθεί στις έμφυλες προεκτάσεις του, που επέτρεπαν το λαστιχάρισμα εικασιών, αυθαίρετων συμπερασμάτων και αναμάσημα gossip της γειτονιάς που τίποτα δεν είχε να προσφέρει στην υπόθεση.
Η τηλεοπτική δημοσιογραφία μπορεί να κόπτεται εβδομάδες τώρα ότι “αγάπησε” τα τρία νεκρά κορίτσια από την Πάτρα, όμως, η αλήθεια είναι ότι σίγουρα δεν τα σεβάστηκε. Και, απεχθής απεχθέστατη η Πισπιρίγκου, όμως, απολύτως τεκμηριωμένα, το εμπόριο της κλειδαρότρυπας την “αγάπησε” περισσότερο από τα θύματά της, ως ευπώλητο προϊόν πια.
Όσο κι αν μαίνεται το reality, όλο αυτό το θερμοκέφαλο άλλοθι στα δημοσιογραφικά “Μάβερικ” δεν αρκεί πλέον για να αποτρέψει μερικές επισημάνσεις. Ας τις δούμε με ψυχραιμία, χωρίς χρονολογική σειρά. Έτσι κι αλλιώς η μπάλα έχει χαθεί προ πολλού και η Πισπιρίγκου μόνο σε κούπες δεν έχει τυπωθεί ακόμη.
Αν κάπως πρέπει να διαπιστωθεί το πού ακριβώς χάθηκε η ουσία στη δημοσιογραφική κάλυψη της υπόθεσης Πισπιρίγκου και να μετρηθεί το μέγεθος του «έμφυλου προϊόντος» που αποτελεί εδώ και εβδομάδες αυτό το πρόσωπο, αρκεί να συγκρίνει κανείς τα ρεπορτάζ για την έναρξη της δίκης του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου με αυτά –ακόμα και όταν δεν υπάρχει τίποτα νέο να ειπωθεί- για τα τρία νεκρά παιδιά από την Πάτρα.
Δυστυχώς, όσο κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχθούμε, η σκόνη από το στυγερό έγκλημα του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου έχει πλέον κάτσει. Πόση είδηση μπορεί να προκύψει από έναν άντρα εγκληματία που “κρατιέται καλά, αν και φυλακισμένος εδώ και έναν χρόνο” (sic); Τα δελτία ειδήσεων, σε περιορισμένης έκτασης ρεπορτάζ, παρατηρούσαν προχθές, πρώτη ημέρα της δίκης του, ότι ο «πιλότος» (sic) ήταν κομψός και αγέρωχος και δήλωσε χήρος (!). Με λίγα λόγια, ό,τι υπήρχε να ειπωθεί για την δολοφονημένη σύζυγο ειπώθηκε, ό,τι φωτογραφία ήταν να ξεθαφτεί, ξεθάφτηκε, όποια πτυχή της σύντομης ζωής της Καρολάιν, επίσης. Τώρα νούμερα θα κάνει μόνο η καλογυαλισμένη κατάθεσή του ενώπιον της έδρας.
Στον αντίποδα, η υπόθεση της «Μήδειας» (sic) πουλάει παντού, στην τηλεόραση, στο Twitter, στα social media. (Κάπου εδώ, ας κρατηθεί κι αυτό στα υπ’ όψιν: ακόμα και από τους χαρακτηρισμούς «καρφώνεται» η ελληνική τηλεοπτική δημοσιογραφία για το ποιο θέμα «τραβάει» περισσότερο και φυσικά από τους χαρακτηρισμούς των δύο δραστών είναι που γίνονται σαφείς οι διαχωρισμοί – η μεν γυναίκα παρομοιάζεται με τη μυθική παιδοκτόνο, ο δε άντρας αναφέρεται με την ελίτ ιδιότητά του. Αναμενόμενο για την ελληνική τηλεόραση). Σε κάθε περίπτωση, στο πρόσωπο της απεχθούς αυτής προσωπικότητας, αποκαθηλώνονται ταυτόχρονα έμφυλα χαρακτηριστικά και ιδιότητες πολλές –χαρακτηριστικά εξιδανικευμένα και ιδιότητες «ιερές» (η μητέρα, η τροφός, η σύζυγος, η κόρη, κ.λπ). Η Πισπιρίγκου παντρεμένη, η Πισπιρίγκου ανύπαντρη, η Πισπιρίγκου στις χαρτορίχτρες, η Πισπιρίγκου άπιστη, η Πισπιρίγκου σε κάθε της εγκληματική ανάσα ναι μεν παγιδεύτηκε από τη φλυαρία και την υπερέκθεσή της και των συγγενών της επίσης, αλλά ταυτόχρονα παγίδευσε και κατέβασε στο επίπεδό της δημοσιογράφους (όχι δύσκολο), αλλά και επιστήμονες (απογοητευτικό).
Βέβαια, εκείνο που δεν ομολογεί κανείς από τους συντονιστές αυτών των τηλεοπτικών καφενείων είναι αυτό που πραγματικά ζορίζει τις συναρμογές της μάζας: ότι στην υπόθεση από την Πάτρα δίνουν ραντεβού όλες οι παθογένειες της αγίας ελληνικής οικογένειας σε όλη την έμφυλη παρακμή τους και όλες οι βαριές βλάβες της ελληνικής κοινωνίας. Αλλά αυτό συμφέρει να παρουσιάζεται μόνο ως κουτσομπολιό.
Ο Ντυρκέμ επέμενε ότι η τηλεοπτική δημοσιογραφία είναι μία κοινωνική κατάσταση: οι κοινωνικές καταστάσεις είναι είδη πράξεων, σχέσεων και αισθήσεων που βρίσκονται έξω από τον καθένα, αλλά του επιβάλλονται δια της βίας. Περισσότερο από ποτέ τα παραπάνω μπορούν να επιβεβαιωθούν στην υπόθεση της Πισπιρίγκου. Όσο βίαιες και ανατριχιαστικές οι πράξεις για τις οποίες κατηγορείται, τόσο βίαιη, ισοπεδωτική και αδηφάγα ως προς την έμφυλη προέκταση της υπόθεσης, η κάλυψη που μας επιφύλαξε η ελληνική τηλεόραση.
Κάπου εδώ με αληθινή λύπη για τις μεθόδους του ελληνικού “ρεπορτάζ”, να παραδεχθούμε και αυτό: για όλες τις αχαρακτήριστες σκηνές έξω από το σπίτι της κατηγορούμενης, έξω από τα δικαστήρια της Ευελπίδων και μέσα στον Κορυδαλλό, τα media έχουν την απόλυτη και αποκλειστική ευθύνη. Η σκιαγράφηση του προφίλ της από ανευθυνο-υπεύθυνους και ειδικούς που δεν περιορίστηκαν στο επιστημονικό τους πεδίο, αλλά σύρθηκαν από τη γλύκα της δημοσιότητας σε ατέρμονες συζητήσεις, όλα αυτά τα υπονοούμενα και τα θεατράλε ερωτήματα προς το τηλεοπτικό κοινό, όλη αυτή η χύτρα πληροφοριών που για εβδομάδες σιγόβραζε μέχρι το οριστικό «δέσιμο» της υπόθεσης, αρέσει ή όχι, απευθυνόταν στα ταπεινότερα ένστικτα της μάζας και παρακινούσε σε έκτροπα και χυδαιότητες. Όποιος το αρνείται αυτό, απλώς ψεύδεται.
(Στο μεταξύ, όσο πολίτες εξύβριζαν την Πισπιρίγκου, πολίτες που μέχρι χθες δεν ήξεραν, δεν έβλεπαν, δεν άκουγαν, τόσο νέες υποθέσεις κακοποίησης, εγκατάλειψης και εγκληματικής αμέλειας με θύματα παιδιά έρχονταν στο φως, ως στοιχείο μιας κοινωνίας που νοσεί βαθιά, αλλά κινείται απειλητικά εναντίον των δραστών και όχι προληπτικά υπέρ των αδύναμων, μόνο κατόπιν εορτής).
Κάθε μέρα που περνάει, πέρα από κάθε δεοντολογία, η υπόθεση μετατρέπεται με τις ευλογίες όλων σε freak show. Μέχρι στιγμής, οι τηλεθεατές έχουν δει, περίπου αδιαμαρτύρητα τα πάντα: από ολόγραμμα του ενός νεκρού παιδιού σε ενημερωτική εκπομπή, μέχρι live από την εκταφή του (!).
Ο Ντυρκέμ επέμενε ότι η τηλεοπτική δημοσιογραφία είναι μία κοινωνική κατάσταση: οι κοινωνικές καταστάσεις είναι είδη πράξεων, σχέσεων και αισθήσεων που βρίσκονται έξω από τον καθένα, αλλά του επιβάλλονται δια της βίας. Περισσότερο από ποτέ τα παραπάνω μπορούν να επιβεβαιωθούν στην υπόθεση της Πισπιρίγκου. Όσο βίαιες και ανατριχιαστικές οι πράξεις για τις οποίες κατηγορείται, τόσο βίαιη, ισοπεδωτική και αδηφάγα ως προς την έμφυλη προέκταση της υπόθεσης, η κάλυψη που μας επιφύλαξε η ελληνική τηλεόραση.
Xριστίνα Γαλανοπούλου, από το αμπα της lifo.gr
Προϊόν “Ρούλα Πισπιρίγκου”
- Δευτέρα, 11 Απρίλιος 2022 11:43
- Συντακτική Ομάδα
- Πρόσωπα