Οι σπουδαίες γυναίκες των χωριών μας, οι γυναίκες που μας μεγάλωσαν

Οι  γυναίκες που γνώρισα, εκείνες που με μεγάλωσαν, μαμάδες, γιαγιάδες, θείες, γειτόνισσες και συγχωριανές, πολύ λίγο μοιάζουν με αυτές που σήμερα συναναστρέφομαι.
Της Μαρίας Καλλέργη
Εκείνες οι γυναίκες είχαν πρόσωπα σκαμμένα από τον ήλιο, την κούραση και τα βάσανα. Είχαν χέρια ροζιασμένα από τη σκληρή δουλειά μέσα κι έξω από το σπίτι. Ξυπνούσαν τα ξημερώματα και κοιμούνταν αργά τη νύχτα χωρίς να γνωρίζουν σκόλες και Κυριακές,  δουλεύοντας στα χωράφια και φροντίζοντας μεγάλες φαμίλιες, με πολλά παιδιά κι εγγόνια.
Δεν είχαν την ευκαιρία να πάνε στο σχολείο, παιδιά της κατοχής οι περισσότερες, αλλά αυτό δεν τους στερούσε ούτε σε αντίληψη, ούτε σε εξυπνάδα, ούτε σπιρτάδα.
Δεν είχαν διαβάσει ούτε ένα βιβλίο ψυχολογίας αλλά μπορούσαν να φέρουν … βόλτα την οικογένεια, το σπίτι και ένα λόχο από παιδιά. Ιδιαίτερη μάλιστα ικανότητα τους να έχουν τον έλεγχο αφ υψηλού κι όλοι άλλοι να νομίζουν πως οι ίδιοι κάνουν το κουμάντο!
Το βλέμμα τους ήταν κουρασμένο αλλά λαμπερό και η ματιά τους καθαρή. Σε κοιτούσαν ίσα στα μάτια, κάτι που οι άνθρωποι πια δε συνηθίζουν.
Τα νύχια τους ήταν φαγωμένα από τις δουλειές και τις λάτρες  και τα χέρια τους ζάρωναν νωρίς όπως γερνούσε και το πρόσωπο τους.
Δε γερνούσε όμως ως τα βαθιά τους γεράματα η ψυχή τους, έχοντας ανεξάντλητη ενέργεια.
Ήταν δοτικές  χωρίς να είναι υποτελείς, είχαν μια μεγάλη αγκαλιά για όλους, έβαζαν στο τραπέζι τους πάντα το πιάτο του μουσαφίρη, και δεν άφηναν γείτονα ή συγχωριανό να κάνει μοναχός του γιορτές.
Ήταν νοικοκυρές με μπουγάδες που έκαναν με άθω και άπλωναν τα αστραφτερά ασπρόρουχα κάτω από το λαμπερό ήλιο. Ήταν καλές αλλά κυρίως ευρηματικές μαγείρισσες που με το τίποτα σου σκάρωναν ένα θεσπέσιο γεύμα ή ένα σπουδαίο γλυκό.
Τους άρεσε να μοιράζονται όσα ζύμωναν ή μαγείρευαν με τους συγγενείς και τους γείτονες και τα σκουτελικά πηγαινοέρχονταν συνεχώς.
Τα βράδια με το φως του λύχνου ή της λάμπας έφτιαχναν εργόχειρα, ύφαιναν, κεντούσαν, έπλεκαν και έστηναν τις πιο ωραίες βεγγέρες. Τα χέρια τους δε σταματούσαν ποτέ, ούτε η σκέψη και η ευρηματικότητα τους.
Σε κείνες τις γυναίκες του χωριού τις σπουδαίες που μας δίδαξαν εργατικότητα, ήθος, αξιοπρέπεια και  μας άνοιξαν τις αγκαλιές τους όταν μεγαλώναμε ας είναι αφιερωμένη τούτη εδώ η μέρα. Ας είναι φωτεινό ορόσημο για τις γυναίκες που με το δικό τους τρόπο άνοιγαν για δεκαετίες ολόκληρες δρόμους στη ζωή.