Το βιτριόλι στην ελληνική κοινωνία: Η περιπέτεια της Σωτηρίας Μπέλου και το τραγούδι του Τσιτσάνη...

Το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη «Το βιτριόλι» ήταν βγαλμένο από την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής του. Περί τα μέσα του 20ου αιώνα, το φαινόμενο του «βιτριολισμού» είχε αναχθεί σε μείζον κοινωνικό ζήτημα στην Ελλάδα. Διαχρονικά, η επίθεση με οξύ ήταν εγκληματική ενέργεια που επέλεγαν κατά βάση οι γυναίκες που είχαν αδικηθεί από έναν άνδρα, είχαν εκτεθεί στην κοινωνία με ανεκπλήρωτες υποσχέσεις γάμου ή ξυλοκοπούνταν καθημερινά από το συζυγό τους.

Τουλάχιστον αυτό ισχυρίστηκαν οι περισσότερες βιτριολίστριες και σε πολλές περιπτώσεις το απέδειξαν και στο δικαστήριο.

Το βιτριόλι ήταν εύκολα προσβάσιμο καθώς χρησιμοποιούταν και ως καθαριστικό. Δεν ήταν αναγκαίο δηλαδή να έρθουν σε επαφή με κακοποιά στοιχεία και ανθρώπους της νύχτας για να βρουν το «κατάλληλο όπλο». Αφετέρου, η επίθεση με βιτριόλι ενέχει μία ψυχολογική αποστασιασιοποίηση. Σε σύγκριση με άλλα όπλα, ως διαδικασία ήταν απλούστερη. 


Το τράβηγμα της σκανδάλης, το μαχαίρωμα, ακόμα και η δηλητηρίαση στοχεύουν στην εξόντωση του θύματος. Το βιτριόλι -και τα καυστικά υγρά- τα θεωρούσαν μέσο εκδίκησης. Δεν αφαιρούσαν τη ζωή του θύματος, αλλά αλλοίωναν την εικόνα του άνδρα που ήθελαν να εκδικηθούν.

Ο βασικός λόγος ήταν η ατίμωση μιας γυναίκας και η κακοποίηση της. Το βιτριόλι προκαλούσε σοβαρά εγκαύματα και άφηνε σημάδια εφ’ όρου ζωής, όπως και για μια ζωή ήταν η ταπείνωση μιας γυναίκας που είχε εκτεθεί την εποχή που η παρθενία ήταν θέμα υψίστης τιμής. Ελληνίδες βιτριολίστριες Οι πρώτες Ελληνίδες βιτριολίστριες έκαναν την εμφάνισή τους την δεκαετία του ’30. Στις περισσότερες υποθέσεις το μοτίβο ήταν κοινό. Το θύμα ήταν ένας κακοποιητικός σύζυγος, ένας άντρας που είχε τάξει γάμο και είχε αθετήσει την υπόσχεσή του, ή πιο σπάνια μία ερωτική αντίζηλος. Από τις πρώτες περιπτώσεις που κατέγραψε ο ελληνικός τύπος ήταν αυτή της Κούλας Ράμμου.

Η νεαρή γυναίκα είχε συνάψει παράνομο δεσμό με τον εργοδότη της, ο οποίος της έταζε ότι θα την παντρευτεί. Όταν αποδείχθηκε ότι την κορόιδευε, η Ράμμου για να τον εκδικηθεί, τον περιέλουσε με βιτριόλι τυφλώνοντάς τον. Μέσα σε λίγα χρόνια, αντίστοιχες υποθέσεις σημειώθηκαν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.

Η διασημότερη όλων είναι εκείνη της Σωτηρίας Μπέλλου το 1938. Ωστόσο όταν έγινε η επίθεση ήταν μια άσημη κοπέλα από την Χαλκίδα. Στιγμιότυπο από την εκπομπή της «Μηχανής του Χρόνου» για την ιστορία του εγκλήματος στην Ελλάδα. Η μετέπειτα κορυφαία Ελληνίδα ρεμπέτισσα, παντρεύτηκε σε ηλικία 17 ετών έναν άντρα βίαιο και μέθυσο. Οι ξυλοδαρμοί, πέρα από πληγές και μώλωπες, οδήγησαν και σε μία αποβολή. Η αποκάλυψη δε, ότι ο σύζυγός της την απατούσε ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Τότε, πάνω σε έναν καυγά, η Μπέλλου του έριξε βιτριόλι στο πρόσωπο.

Η Μπέλου μπήκε για ένα μικρό διάστημα στη φυλακή και όταν βγήκε έφυγε για την ΑΘήνα για να αναζητήσει την τύχη της. Συμπτωματικά μπήκε στο τρένο στις 27 Οκτωβρίου του 1940.

Οι υποθέσεις γίνονταν όλο και συχνότερες, όλο και πιο ακραίες, όλο και πιο σοκαριστικές. Η περίπτωση της υπηρέτριας που τύφλωσε τον αρραβωνιαστικό της και ύστερα μετανόησε, τον παντρεύτηκε και τον φρόντισε, συγκλόνισε την κοινή γνώμη. Η βιτριολίστρια της Τρούμπας μονοπωλούσε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων για αρκετούς μήνες το 1957. Η πολύκροτη υπόθεση της Λίτσας Γιαννοπούλου που το 1966 σκότωσε την 5χρονη κόρη του εραστή της για να τον εκδικηθεί, προκάλεσε οργή. Στο παρελθόν, η γυναίκα είχε επιτεθεί με βιτριόλι σε πρώην σύντροφό της και δεν είχε καταδικαστεί ποτέ. Στα «μαλακά» Το 1938, η ποινή που επιβλήθηκε στην Σωτηρία Μπέλλου ήταν 3 χρόνια φυλάκιση.

Ωστόσο,η ανήλικη Σωτηρία, λόγω καλής διαγωγής, έμεινε στη φυλακή- μόλις 6 μήνες. Για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες, οι ποινές των περισσότερων βιτριολιστριών κυμαίνονταν σε αυτά τα επίπεδα. Ήταν δηλαδή ήπιες. Αφενός, δεν υπήρχε η πρόθεση της δολοφονίας. Αφετέρου, στις κατηγορούμενες αναγνωρίζονταν πολλά ελαφρυντικά. Πρωτοσέλιδα της εποχής. Οι επιθέσεις με βιτριόλι ήταν συχνότατο φαινόμενο. Σε υπόθεση που μία δασκάλα έριξε βιτριόλι στον φίλο της, το δικαστήριο την αθώωσε καθώς έκρινε ότι ο άντρας «την διέφθειρε με την υπόσχεσιν του γάμου και κατόπιν ηθέλησε να την εγκαταλείψη».

Η πεποίθηση ότι για τις «αδύναμες γυναίκες», η επίθεση με βιτριόλι ήταν μονόδρομος για την υπεράσπιση της τιμής τους κυριαρχούσε για πολλά χρόνια.

Ιδιαίτερα διαφωτιστικό για τις αντιλήψεις της εποχής είναι ένα άρθρο της εφημερίδας «Εμπρός»: «Ο βιτριολισμός είναι αφηνιασμένον κίνημα της γυναικός κατά της μακραχρονίου πιέσεως που υπέστη. Ημείς την φονεύομεν δια λόγους τιμής. Θα μας στραβώση κι αυτή δια τους αυτούς λόγους.

Ζητούσα το όπλον της, κατέληξε εις το υπουλώτερον και το καταστρεπτικότερον.  Το να στραβώνης άνθρωπον ή να τον αφήνης παραμορφωμένον εφ’ όρου ζωής είναι το ολιγότερον ανθρώπινον έγκλημα. Η τεραστία του διάδοσις εις τον γυναικείον κόσμον αποδεικνύει ότι αι γυναίκες το προτιμούν. Το αξιοσημείωτον γεγονός είναι τούτο. Ότι η βιτριολέζα, ενενηκονταπέντε τοις εκατό αθωώνεται από τα δικαστήρια.»

Η κοινωνία έπαψε πια να δικαιολογεί τις γυναίκες που εκδικούνταν όσους τους έταζαν γάμο και δεν τηρούσαν την υπόσχεση. Τα διαζύγια, που στο παρελθόν αποτελούσαν θέμα-ταμπού, προβάλλονταν πλέον ως λύση. Η παρθενία σταδιακά έπαψε να είναι θέμα ζωής και θανάτου. Ειδικά στις μεγάλες πόλεις. Τη δεκαετία του ’80 και του ’90, οι επιθέσεις με βιτριόλι ήταν πια μεμονωμένα περιστατικά. Το 2007, η υπόθεση του ποινικολόγου Παύλου Σαράκη συντάραξε την κοινή γνώμη. Ένα χρόνο αργότερα, η ενέδρα που έστησαν άγνωστοι στη συνδικαλίστρια καθαρίστρια Κωνσταντίνα Κούνεβα προκάλεσε αποτροπιασμό.

Η μακάβρια εγκληματική πρακτική επανήλθε στο προσκήνιο το 2020 με την επίθεση που δέχθηκε η 32χρονη Ιωάννα πηγαίνοντας στην δουλειά της. Ωστόσο, πλέον στους δράστες δεν αναγνωρίζονται τα ελαφρυντικά του παρελθόντος. Και το βιτριόλι δεν είναι ελεύθερα διαθέσιμο στην αγορά….


in.gr