Από τον Αγνωστο Πόλεμο στις Αγριες Μέλισσες -Οι ελληνικές σειρές που έγραψαν ιστορία στη μικρή οθόνη

  • Παρασκευή, 11 Ιούνιος 2021 09:10
  • Ελλάδα
Η ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης εισέρχεται αισίως στα χρυσά χρόνια συμβίωσης με την ελληνική οικογένεια. Στην περίοδο αυτή, σημαδεύτηκε από παραγωγές που εντυπώθηκαν με μεγάλα, φωτεινά γράμματα στη συνείδηση των Ελλήνων.

Υπάρχουν τηλεοπτικά προγράμματα που συγκεντρώνουν μαζικά τους τηλεθεατές μπροστά από το μικρό μαγικό κουτί. Από την εποχή που χωριά, γειτονιές ολόκληρες μαζεύονταν μπροστά στη μία και μοναδική συσκευή που διέθετε το καφενείο για να παρακολουθήσουν ένα επεισόδιο της Λωξάντρας, μέχρι σήμερα που μπορούν να δουν μια σειρά όποτε το θελήσουν με το πάτημα ενός κουμπιού στην έξυπνη συσκευή τους.

Οι παλιότεροι περιγράφουν συχνά πως ερήμωναν δρόμοι, σταματούσαν τα πάντα σε μέρες και ώρες που η τηλεόραση είχε προγραμματισμένο ένα από τα επεισόδια του «Άγνωστου Πολέμου» ή του «Μεθοριακού Σταθμού». Για εμάς, αυτή η έρημη πόλη προέκυψε κάπως βίαια και ίσως για διαφορετικούς λόγους, αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν ένωσε ανθρώπους, παρέες και οικογένειες μπροστά από μια ωραία, καλοφτιαγμένη σειρά στην τηλεόραση.


Ακόμη και σήμερα λοιπόν, με το πέρασμα στην ψηφιακή εποχή, η τηλεόραση, ταλαιπωρημένη, με τη ρετσινιά του εύκολου, του εμπορικού και του γρήγορου θεάματος, καταφέρνει να αναδεικνύεται σε ένα από τα πιο ισχυρά μέσα επικοινωνίας.

Τα προγράμματα όμως που αποτελούν την πραγματική παρακαταθήκη των καναλιών, εκείνα που τοποθετούνται σε περίοπτη θέση στο βιογραφικό των τηλεοπτικών σταθμών της χώρας, ιδιωτικών και μη, είναι οι σειρές μυθοπλασίας. Κι αν η τηλεόραση λοξοδρόμησε πολλές φορές προς εύκολα θεάματα κι αν το κοινό αγκάλιασε αυτά τα παραστρατήματα χαρίζοντας σε ριάλιτι και άλλες ψυχαγωγικές εκπομπές ασύλληπτα ποσοστά τηλεθέασης, στο ταμείο της υστεροφημίας της, η τηλεόραση κρατά (και θέλει να θυμάται) μόνο την καλή ελληνική μυθοπλασία.

Το φινάλε της σειράς του ANT1, «Άγριες Μέλισσες», ενός σίριαλ εποχής που ήρθε να τοποθετήσει ξανά στο κέντρο της οθόνης τη μυθοπλασία, μας θύμισε πόσο έντονα έχουν χαραχτεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ανάλογες τηλεοπτικές παραγωγές.

Από την εποχή ακόμη που η ελληνική τηλεόραση δεν είχε χρώμα, στα πέτρινα χρόνια της προπαγανδιστικής ΥΕΝΕΔ και τις εγκληματικές διοικήσεις της ΕΡΤ που πέταξαν στα σκουπίδια την κληρονομιά της δημόσιας τηλεόρασης, μέχρι τη χρυσή εποχή της ιδιωτικής τηλεόρασης, τη δεκαετία του ‘90, αλλά και το κύκνειο άσμα εκείνης της λουσάτης περιόδου με την κρίση του 2010, ξεπηδούσαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, σειρές που έπιαναν τον παλμό της κοινωνίας.


Προγράμματα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δονούνταν, συγχρονίζονταν με τα συναισθήματα του θεατή και τον ταξίδευαν μοναδικά στον κόσμο της ιστορίας που αφηγούνταν. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένα από αυτά και σαφέστατα κανείς μπορεί να θυμηθεί ή να τοποθετήσει πιο ψηλά στη λίστα των αγαπημένων του και άλλα...

Ο «Άγνωστος Πόλεμος»
Το 1971, στην καρδιά της δικτατορίας και μέχρι 1974 η άχρωμη ακόμη ελληνική τηλεόραση, παρουσίαζε μια σειρά δια χειρός Νίκου Φώσκολου που έγραψε εποχή.

Ο «Άγνωστος Πόλεμος» στον οποίο έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο ο Κώστας Κουτσομύτης, παρακολουθούσε την ιστορία του συνταγματάρχη Βαρτάνη (Άγγελος Αντωνόπουλος) που υπηρετούσε στο γραφείο αντικατασκοπείας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Νίκος Φώσκολος είχε δηλώσει πως η σειρά ήταν στην πραγματικότητα remake της κινηματογραφικής ταινίας «Κονσέρτο για πολυβόλα».

Διαβάζουμε πως η πρώτη ιστορία του σίριαλ, με τίτλο «Καταδικασμένη σε θάνατο» δεν είχε την αναμενόμενη ανταπόκριση. Ωστόσο, το ενδιαφέρον του κοινού στη σειρά αναζωπυρώθηκε με τη δεύτερη αυτοτελή ιστορία και την εμφάνιση του σωσία του λοχαγού Έκτορα Ψάχου.



Αν και τα νούμερα τηλεθέασης εκείνη την εποχή, όταν και η τηλεόραση δεν είχε παρά ένα μόνο κανάλι και οι συσκευές ήταν πολύ πιο περιορισμένες, έχουν άλλη βαρύτητα, μέχρι και σήμερα, η σειρά «Άγνωστος Πόλεμος» διατηρεί το ρεκόρ με ποσοστό 83%.

Η σειρά επικρίθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας καθώς θεωρήθηκε πως έκανε συμπαθείς του πραξικοπηματίες στα μάτια των τηλεθεατών. Δυστυχώς, ο «Άγνωστος Πόλεμος» δεν διασώζεται αφού οι ταινίες στις οποίες γράφονταν τα επεισόδια χρησιμοποιήθηκαν για την εγγραφή άλλων προγραμμάτων της δημόσιας τηλεόρασης και στη συνέχεια καταστράφηκαν. Δεν μένουν παρά ορισμένα αποσπάσματα από εκείνη την πολεμική σειρά του ´70.

Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται
Στην αυγή της μεταπολίτευσης, μια από τις παλιότερες σωζόμενες ελληνικές σειρές και εκείνη ασπρόμαυρη, η οποία προβλήθηκε στην ΕΡΤ τη σεζόν 1975 – 1976, ήταν «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται».

Πρόκειται για την τηλεοπτική διασκευή του μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη, τη σκηνοθεσία της οποίας είχε αναλάβει ο Βασίλης Γεωργιάδης σε σενάριο του Νότη Περγιάλη και του Γεράσιμου Σταύρου.



Η υπόθεση της σειράς εκτυλίσσεται στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας και πιο συγκεκριμένα στο χωριό Λυκόβρυση, το 1921, οι κάτοικοι του οποίου, σύμφωνα με ένα παλιό έθιμο, κάθε επτά χρόνια έκαναν την αναπαράσταση των Παθών του Χριστού.

Η μεταφορά έργων της ελληνικής λογοτεχνίας στη μικρή οθόνη συστηματοποιήθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν και θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε πως η τόσο δυσφημισμένη τηλεόραση έφερε σε επαφή ένα μεγάλο τμήμα των τηλεθεατών με αριστουργήματα της ελληνικής πεζογραφίας. Απλά θα παραθέσουμε εδώ έργα όπως, «Οι Φρουροί της Αχαΐας», «Ο Γιούνγκερμαν», «Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά», «Το Τρίτο Στεφάνι», «Το Δέκα» κα.

Λούνα Παρκ
Μια από τις μακροβιότερες ελληνικές σειρές της δημόσιας τηλεόρασης, η οποία προβλήθηκε από το 1974 ως και το 1981, ήταν το Λούνα Παρκ. Πρόκειται για ένα πρωτότυπο κόνσεπτ, που δεν έχουμε παρακολουθήσει ποτέ έκτοτε στην ελληνική τηλεόραση.

Η σειρά σε σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη, συνδύαζε εύθυμα σκετσάκια, με μουσικό σόου και ένα είδος τηλεπαιχνιδιού, σε μουσική επιμέλεια του Μίμη Πλέσσα. Εξέχουσα περσόνα στη σειρά της ΕΡΤ, ο κυρ Γιώργης, τον οποίο υποδύθηκε ο μοναδικός Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Από τη σειρά ξεπήδησε τότε και η ηθοποιός που μεσουράνησε τη δεκαετία του ´80, κυρίως πλάι στον Στάθη Ψάλτη, Ρένα Παγκράτη.



Το 1981 λόγω κορεσμού του σεναρίου αποφασίστηκε μετά από σχετική παραίνεση του Δαλιανίδη προς τους υπευθύνους της ΕΡΤ η ολοκλήρωση της σειράς. Ούτε αυτή η σειρά σώζεται αυτούσια, εκτός από το τελευταίο επεισόδιο το οποίο και υπάρχει στο ψηφιακό αρχείο της δημόσιας τηλεόρασης.

Το Φως του Αυγερινού
Μπαίνοντας πια στη δεκαετία του ‘80 και πριν το άνοιγμα του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου στην ιδιωτική τηλεόραση, προέκυψαν σειρές που συγκέντρωναν εκατομμύρια τηλεθεατές μπροστά από τους τηλεοπτικούς δέκτες τους.

Μία από αυτές, στην αυγή της δεκαετίας, ήταν και η δραματική σειρά «Το Φως Του Αυγερινού», μια από τις πρώτες έγχρωμες παραγωγές στη χώρα μας για τη μικρή οθόνη. Βασισμένο σε νουβέλα του Αλέξη Πάρνη, που υπέγραφε και το σενάριο, το σίριαλ έδωσε την ευκαιρία σε μια πλειάδα ηθοποιών, όπως ο Αλμπέρο Εσκενάζι και η Κοραλία Καράντη, να γίνουν ευρύτερα αναγνωρίσιμοι στο τηλεοπτικό κοινό.



Επιπλέον, η σειρά αυτή της ΕΡΤ συνδέθηκε με ένα τρομακτικό γεγονός της Αθήνας τον Φεβρουάριο του 1981. Εκατομμύρια τηλεθεατές είχαν στηθεί μπροστά στις τηλεοράσεις τους για ένα επεισόδιο από «Το Φως του Αυγερινού» όταν έγινε ο σεισμός των 6,7 Ρίχτερ. Σήμερα, στο Αρχείο της ΕΡΤ διασώζεται μόνο το πρώτο επεισόδιο της σειράς.

Μαντάμ Σουσού
Η ξιπασμένη κυρία που αποστρέφεται τον λαουτζίκο του Μπύθουλα και κοιτά αφ’ υψηλού τον ταπεινό Παναγιωτάκη, όπως τη σκιαγράφησε ο μοναδικός Δημήτρης Ψαθάς έκανε ντεμπούτο στην ελληνική τηλεόραση το 1972. Ωστόσο, η ΕΡΤ αποφάσισε να αναβιώσει τη Μαντάμ Σουσού 14 χρόνια μετά, με την Άννα Παναγιωτοπούλου στον πρωταγωνιστικό ρόλο, το 1986.


Η πρώτη σειρά, στην τότε ΥΕΝΕΔ, αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το κοινό, ενώ ο ίδιος ο Δημήτρης Ψαθάς δήλωνε ευχαριστημένος από τον τρόπο που η Άννα Παϊτατζή ενσάρκωνε τον ρόλο της ηρωίδας του. Ωστόσο, εκείνη η σειρά, όπως και οι περισσότερες από εκείνη την περίοδο, δεν σώζεται σήμερα.


Όσο για τη Μαντάμ Σουσού του ´80, αυτή καθιέρωσε τρόπον τινά την Άννα Παναγιωτοπούλου σε ρόλους πρωταγωνίστριας στην τηλεόραση. Η ηθοποιός ανέλαβε τον ρόλο της Όλγας Χαρίτου στις «Τρεις Χάριτες» στις αρχές του ´90, αλλά και της Χριστίνας Μαρκάτου για την κομεντί «Ντόλτσε Βίτα» και πάλι στο MEGA, μερικά χρόνια αργότερα.

Η Λάμψη
Στην αυγή της ιδιωτικής τηλεόρασης, οι νεοσύστατοι τηλεοπτικοί σταθμοί επιχείρησαν να δημιουργήσουν πρόγραμμα με παλιά υλικά. Αναβιώνοντας στιγμές «Άγνωστου Πολέμου», ο ΑΝΤ1 έβγαλε στον αέρα τη θρυλική πλέον καθημερινή σειρά «Λάμψη», σε σενάριο του Νίκου Φώσκολου, ενώ το MEGA θέλησε να θυμηθεί το «Λούνα Παρκ», αγοράζοντας αυτούσια τη κωμική σειρά «Ρετιρέ», που προοριζόταν για τη δημόσια τηλεόραση, σε σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη.

Η σειρά του Νίκου Φώσκολου, «Λάμψη», που έγραψε ιστορία ως η μακροβιότερη στην ελληνική τηλεόραση, κατάφερε να συγκεντρώσει και πάλι εκατομμύρια τηλεθεατών μπροστά στη μικρή οθόνη. Διαβάζουμε πως συνολικά γράφτηκαν 150.000 σελίδες διαλόγων, 190 ιστορίες, ενώ από τα πλατό της «Λάμψης» πέρασαν 1.500 ηθοποιοί, από το 1991 ως και 2005 που προβαλλόταν ασταμάτητα από τη συχνότητα του ΑΝΤ1.



Οι ιστορίες της οικογένειας Δράκου, η αδέκαστη εισαγγελέας Βίρνα, ο παράνομος έρωτας του γιου του Γιάνγκου, Αλέξη, για τη μητριά του και η αγαθή Σελήνη κατά η διάρκεια των πρώτων σεζόν της σειράς αποτελούσαν θέμα συζήτησης σε κάθε σπίτι εκείνη την εποχή. Από το πρώτο επεισόδιο, η Λάμψη του Νίκου Φώσκολου σημείωσε τηλεθέαση 62% και ενώ επρόκειτο να διαρκέσει μια σεζόν εξελίχθηκε στη μακροβιότερη ελληνικά σειρά όλων των εποχών.

Αναστασία
Κι αν ο ΑΝΤ1 πόνταρε στη λάμψη του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, το MEGA ήταν εκείνος ο τηλεοπτικός σταθμός που δημιουργούσε σχολή σε δραματικές και κωμικές σειρές που σημάδεψαν τη δεκαετία του ‘90. Σειρές με εξωτερικά γυρίσματα σε όμορφες γωνιές της Ελλάδας, πρωτότυπη μουσική από την οποία ξεπήδησαν τραγούδια που σήμερα είναι κλασικά στο ελληνικό ρεπερτόριο και… η Μιρέλλα Παπαοικονόμου.

Αν και είχε κάνει το «αγροτικό» της στην ΕΡΤ τη δεκαετία του ‘80, η σεναριογράφος σημάδεψε τη μυθοπλασία στο MEGA με τις «Γυναίκες», τον «Απόντα», το «Λόγω Τιμής» και τη «Ζωή που δεν έζησα». Εκείνη όμως η σειρά που έκανε τη διαφορά και χαράχτηκε πιο έντονα στη μνήμη των τηλεθεατών, ήταν αναμφίβολα η «Αναστασία».



Το 1993 πολλές Τασίες, Νατάσες ή ακόμη και Σούλες αποφάσισαν να βγάλουν από το συρτάρι το βαφτιστικό τους όνομα, ένα όνομα συνώνυμο της ομορφιάς και της αμαρτίας, χάρη στη σειρά του MEGA. Το σίριαλ με το θέμα ταμπού, αναφορικά με την παράλληλη σχέσης μιας νεαρής κοπέλας με τον πατέρα και τον γιο έκανε πρεμιέρα τον Σεπτέμβριο του 1993 και σύστησε στο ευρύ κοινό τη Μυρτώ Αλικάκη στον ομώνυμο ρόλο.

Η «Αναστασία» με το ατμοσφαιρικό soundtrack σε μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου, σημείωνε σε κάθε επεισόδιο τηλεθέαση που ξεπερνούσε το 50%. Το τελευταίο επεισόδιο, όταν η Αναστασία κλήθηκε να σπάσει το «ανήθικο» τρίο, σημείωσε ποσοστό τηλεθέασης 70%.

Ψίθυροι Καρδιάς
Παρόλα αυτά, το ασύλληπτο 70% δεν είναι το υψηλότερο ρεκόρ τηλεθέασης για δραματική τηλεοπτική σειρά από την χρυσή εποχή των ‘90s. Ο Μανούσος Μανουσάκης θα έκανε λίγα χρόνια αργότερα, από τη συχνότητα του MEGA και πάλι, το ντεμπούτο του στις ιστορίες αγάπης ανάμεσα σε ασύμβατους κοινωνικά κόσμους. Πριν τον έρωτα του μετανάστη με την Ελληνοπούλα ή του Ιερέα με την νεαρή κοπέλα και του Μουσουλμάνου με τη Χριστιανή, μια άλλη ιστορία με υπόβαθρο τις κοινωνικές αντιθέσεις «χαλούσε κόσμο».

Μια ακόμη δραματική σειρά με πολυπληθές καστ, αλλά και ένα ιστορικό soundtrack που άφησε τεράστιες λαϊκές επιτυχίες (όπως το ομώνυμο τραγούδι από τη φωνή του Δημήτρη Μπάση) με πρωταγωνίστρια την πρωτοεμφανιζόμενη, τότε, Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους και τον ζεν πρεμιέ της εποχής, Απόστολο Γκλέτσο.



Ο έρωτας της τσιγγάνας Ερατώς για τον μπαλαμό καθήλωνε εκατομμύρια ανθρώπους κάθε Δευτέρα βράδυ στη συχνότητα του MEGA. Οι «Ψίθυροι Καρδιάς» έφτασαν σε ποσοστό τηλεθέασης το αστρονομικό 76,7%, ρεκόρ που δεν κατάφερε να σπάσει ούτε το μουντιάλ ποδοσφαίρου από τη Γαλλία που προβλήθηκε στην τηλεόραση εκείνο το καλοκαίρι.

Το Νησί
Σπιναλόγκα, το νησί των λεπρών. Η ιστορία των ανθρώπων που ζούσαν εξόριστοι σε μικρή απόσταση από το χωριό Πλάκα της Κρήτης συντάραξε τη Βικτόρια Χίσλοπ και την έδεσε με τη χώρα μας για πάντα.

Το βιβλίο «Το Νησί» γίνεται ο καμβάς πάνω στον οποίο σκιαγραφείται μια από τις πιο καλοδουλεμένες και ακριβές παραγωγές όλων των εποχών για την ελληνική τηλεόραση.



Ίσως η σειρά των 3.900.000 ευρώ να μπορεί να χαρακτηριστεί και το «κύκνειο άσμα» του μεγάλου καναλιού, πριν μπει σε οικονομικές περιπέτειες, σβήσει από τον τηλεοπτικό χάρτη και αναβιώσει ξανά υπό άλλη ιδιοκτησία.

Από το πρώτο επεισόδιο, τον Οκτώβριο του 2010, η σειρά εκτοξεύτηκε σε ποσοστό 55,7% στους πίνακες τηλεθέασης και εξακολούθησε παρόμοιες επιδόσεις κάθε Δευτέρα βράδυ, όταν και προβαλλόταν από τη συχνότητα του σταθμού. Το τελευταίο επεισόδιο χάρισε στη σειρά ποσοστό 64,6%, πιθανότατα το υψηλότερο για οποιοδήποτε προϊόν μυθοπλασίας τα τελευταία 20 χρόνια.
Πηγή: iefimerida.gr -