Κλαούντια Καρντινάλε, η ηθοποιός των 140 ταινιών που μάχεται για τα δικαιώματα των γυναικών

Η Κλαούντια Καρντινάλε (Claudia Cardinale) είναι ιταλίδα ηθοποιός, μία από τις μεγάλες σταρ της χρυσής εποχής του ιταλικού κινηματογράφου. Αναδύθηκε στο κινηματογραφικό στερέωμα μετά τη διεθνή επιτυχία της Σοφίας Λόρεν και αρχικά χαρακτηρίστηκε ως η απάντηση της Ιταλίας στην Μπριζίτ Μπαρντό.00:20 / 00:21Παρόλο που δεν βρέθηκε στο ίδιο επίπεδο με τις δύο συναδέλφους της, όσον αφορά τη φήμη και την παγκόσμια απήχηση, εν τούτοις απέδειξε ότι με το ταλέντο και την αναμφισβήτητη ομορφιά της, κατέκτησε επάξια μία σημαντική θέση στην ιστορία του σινεμά, συνεργαζόμενη με μεγάλα ονόματα της σκηνοθεσίας (Βισκόντι, Φελίνι, Λεόνε, Χέρτζογκ κ.ά.). Στο ενεργητικό της έχει πάνω από 140 ταινίες και 900 εξώφυλλα σε περιοδικά 25 χωρών.

Η Καρντινάλε ανήκει στην κατηγορία των πρωταγωνιστριών που πέρα από την απαραίτητη ακτινοβολία, την αξεπέραστη γοητεία της, τη μοναδική βραχνή και τόσο ερωτική φωνή της, το σκέρτσο και τη φρεσκάδα, τα μαύρα της μεγάλα και λαμπερά μάτια, διέθετε όλα τα χαρακτηριστικά των σταρ που έλαμψαν μεταπολεμικά. «Είναι το όνειρο του κάθε καμεραμάν - ένα τέλειο κομμάτι της φύσης - δεν υπάρχουν πολλά που μπορείς να κάνεις λάθος στη φωτογράφισή της» είχε δηλώσει ο σπουδαίος διευθυντής φωτογραφίας Κόνραντ Χολ. Είχε την ευκολία και την πλαστικότητα να ερμηνεύει μία τεράστια γκάμα ρόλων, από την κλασική φτωχή Ναπολιτάνα ως την πριγκίπισσα ή απόμακρη ντίβα, και όλα αυτά με ένα κινηματογραφικό ήθος που δύσκολα συναντάται πλέον
Η Κλοντ Ζοζεφίν Ροζ Καρντινάλε γεννήθηκε στις 15 Απριλίου 1938, στην Τύνιδα του τότε Γαλλικού Προτεκτοράτου της Τυνησίας. Ο πατέρας της, σιδηροδρομικός το επάγγελμα, ήταν ιταλικής καταγωγής, ενώ η μητέρας της καταγόταν από γαλλική οικογένεια με ρίζες στη χώρα. Μεγάλωσε μέσα σε γαλλόφωνο περιβάλλον και μέχρι τα 18 της σχεδόν δεν μιλούσε ιταλικά.Όπως και πολλές από τις ιταλίδες σταρ του καιρού της ξεκίνησε από τα καλλιστεία. Το 1957 κέρδισε τον διαγωνισμό ομορφιάς «Το πιο όμορφο κορίτσι της Τυνησίας», με έπαθλο ένα ταξίδι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, που ήταν και η αφορμή για τη μετέπειτα επαγγελματικής πορεία της.

Έμαθε τα βασικά του σινεμά στο περίφημα «Πειραματικό Κέντρο Κινηματογράφου» (Centro Sperimentale di Cinematografia) της Ρώμης και το 1958 έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη με τη βραβευμένη στις Κάννες κωμωδία του Ζακ Μπαρατιέ «Goha», με πρωταγωνιστή τον Ομάρ Σαρίφ. Την ίδια χρονιά είχε ένα μεγαλύτερο ρόλο στην κλασική κωμωδία του Μάριο Μονιτσέλι «Ο κλέψας του κλέψαντος» («I Soliti Ignoti»).

Έχοντας ήδη ένα παιδί από μία εφήμερη σχέση της με έναν αεροπόρο (η ίδια θα μιλήσει αργότερα για βιασμό), θα γνωριστεί με τον παραγωγό Φράνκο Κριστάλντι, ο οποίος θα την αναδείξει σε σύμβολο του σεξ. Η σχέση τους θα εξελιχθεί σε γάμο και ο Κριστάλντι θα αναγνωρίσει ως δικό του το παιδί της. Το ζευγάρι θα χωρίσει το 1975, καθώς η νεαρή πρωταγωνίστρια, πνεύμα ανεξάρτητο, δεν ανεχόταν τον δεσποτικό χαρακτήρα του συζύγου της και τους επαχθείς όρους που έβαζε σε κάποια από τα κινηματογραφικά της συμβόλαια. Ο σκηνοθέτης Πασκουάλε Σκουϊτιέρι θα είναι το επόμενο κεφάλαιο της ζωής της. Θα ζήσουν πολλά μαζί και θα αποκτήσουν μία κόρη.

Η Καρντινάλε συνέχισε τις εμφανίσεις της σε ταινίες σπουδαίων σκηνοθετών, όπως στο δράμα μυστηρίου του Πιέτρο Τζέρμι «Είμαστε όλοι ένοχοι» («Un Maledetto Imbroglio», 1959), στο πολεμικό έπος του Αμπέλ Γκανς «Η Μάχη του Αούστερλιτς» («Austerlitz», 1960), στο δράμα του Λουκίνο Βισκόντι «Ο Ρόκο και τ’ αδέλφια του» («Rocco e i suoi fratelli», 1960) και την κωμική περιπέτεια του Φιλίπ Ντε Μπροκά «Cartouche» (1962). Το 1963 έπαιξε τον εαυτό της στο αριστούργημα του Φεντερίκο Φελίνι «Οκτώμισι» («Otto e Mezzo»), όντας το αντικείμενο των φαντασιώσεων του συμπρωταγωνιστή της Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, ενώ την ίδια χρονιά εμφανίστηκε σε άλλη μία σημαντική ταινία, στο δράμα του Λουκίνο Βισκόντι «Ο Γατόπαρδος» («Il Gattopardo»), δίπλα στον Μπαρτ Λάνκαστερ και τον Αλέν Ντελόν.[
Οι κινηματογραφικές επιδόσεις της κέντρισαν το ενδιαφέρον του Χόλιγουντ και το 1963 εμφανίστηκε ως κόμισσα στην κωμωδία του Μπλέικ Έντουαρντς «Ο Ροζ Πάνθηρ». Συνεπαρμένος από τη γοητείας της, ο πρωταγωνιστής της ταινίας και γνωστός καρδιοκατακτητής Πίτερ Σέλερς είχε δηλώσει ότι «η Κλαούντια είναι η πιο όμορφη εφεύρεση μετά τα σπαγγέτι». Το 1964 έπαιξε στη δραματική ταινία του Χένρι Χάθαγουεϊ «Το μεγαλύτερο Τσίρκο του Κόσμου» («Circus World»), με συμπρωταγωνιστές τον Τζον Γουέιν και τη Ρίτα Χέιγουορθ.Έως το τέλος της δεκαετίας του ’60 συνέχισε να μοιράζεται το χρόνο της ανάμεσα στο Χόλιγουντ και την Ευρώπη, παίζοντας σε διάφορες ταινίες, που κυμαίνονταν από το δράμα του Λουκίνο Βισκόντι «Τα Μακρινά Αστέρια της Άρκτου» («Vaghe Stelle dell' Orsa», 1965) μέχρι το γουέστερν του Ρίτσαρντ Μπρουκς «Οι Επαγγελματίες» («The Professionals», 1966). Το 1968 συμμετείχε στο κλασικό γουέστερν-σπαγγέτι του Σέρτζιο Λεόνε «Κάποτε στην Δύση» («Once Upon a Time in the West»), δίπλα στους Χένρι Φόντα, Τζέισον Ρόμπαρντς και Τσαρλς Μπρόνσον.

Τα επόμενα χρόνια η Κλαούντια Καρντινάλε επικεντρώθηκε κυρίως σε ευρωπαϊκές παραγωγές. Το 1976 επανεμφανίστηκε στο Χόλιγουντ με τη συνέχεια του «Ροζ Πάνθηρα» («The Pink Panther Strikes Again»). Ένα χρόνο αργότερα, συμμετείχε επίσης στην τηλεοπτική σειρά του Φράνκο Τζεφιρέλι «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ», στο ρόλο της μοιχαλίδας. Το 1979 έπαιξε στην πολεμική περιπέτεια του ελληνοαμερικανού Τζορτζ Κοσμάτος «Απόδραση στην Αθήνα» («Escape to Athena») και το 1982 στην περιπέτεια του Βέρνερ Χέρτζογκ «Φιτζκαράλντο, ο Τυχοδιώκτης του Αμαζονίου» («Fitzcarraldo»).

Το 2002 της απονεμήθηκε η «Χρυσή Άρκτος» του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου για το σύνολο της καριέρας της και το 2011 η «Χρυσή Λεοπάρδαλη» του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο για τη συνολική προσφορά της στο σινεμά. Έχει παρασημοφορηθεί δύο φορές (1995 και 2002) από την Ιταλική Δημοκρατία για την προσφορά της στην Έβδομη Τέχνη και για τον ίδιο λόγο έχει τιμηθεί με το παράσημο του Ιππότη και του Αξιωματικού της Λεγεώνας της Τιμής από τη Γαλλική Δημοκρατία.

Από το 2000 η Κλαούντια Καρντινάλε είναι Πρέσβειρα Καλής Θέλησης της Unesco για την προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών.
Πηγή: https://www.sansimera.gr