Φέι Ντάναγουει, η κινηματογραφική Μπόνι που έλαμψε κι έφτασε ως τα Όσκαρ

Η Φέι Ντάναγουει (Faye Dunaway) είναι αμερικανίδα ηθοποιός, που καθιερώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 κι έλαμψε τη δεκαετία του ‘70, με ταινίες όπως οι «Μπόνι και Κλάιντ» (1967), «Τσαϊνατάουν» (1974) και «Το Δίκτυο» (1976). Για την ερμηνεία της στην τελευταία ταινία τιμήθηκε με Όσκαρ το 1977, το μοναδικό της καριέρας της. Μαζί με την Τζέιν Φόντα, είναι οι αναμφισβήτητες σταρ εκείνης της περιόδου.

Κόρη στρατιωτικού, η Ντόροθι Φέι Ντάναγουεϊ γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1941 στο Μπόσκομ της Φλώριδας και ακολούθησε τον πατέρα της στις διάφορες μεταθέσεις του. Ξεκίνησε να σπουδάζει δασκάλα στο Πανεπιστήμιο της Φλώριδας στο Γκέινσβιλ, αλλά αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Βοστώνη με πτυχίο Καλών Τεχνών. Αν και της προσφέρθηκε η ευκαιρία να συνεχίσει τις σπουδές της στην Ακαδημία Μουσικής και Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου, προτίμησε να ανέβει στο σανίδι με το θεατρικό έργο του Ρόμπερτ Μπολτ «Ένας άνθρωπος για όλες τις δουλειές» («A Man for All Seasons») το 1962 και να αρχίσει μία πολλά υποσχόμενη καριέρα.

Το 1967, ύστερα από μία θεατρική διαδρομή πέντε ετών, έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο και με την τρίτη ταινία της μέσα στο χρόνο έγινε ένα από τα περιζήτητα αστέρια του Χόλιγουντ. Η ταινία αυτή δεν ήταν άλλη από το κλασικό γκανγκστερικό δράμα του Άρθουρ Πεν «Μπόνι και Κλάιντ» («Bonnie & Clyde»), που βασιζόταν σε πραγματικά περιστατικά. Η Φέι Ντάναγουεϊ - ως Μπόνι Πάρκερ, με συμπρωταγωνιστή τον Γουόρεν Μπίτι (Κλάιντ) - ενσάρκωσε το πνεύμα της ταινίας (όπως έκανε συχνά στις καλύτερες στιγμές της), ενσταλάζοντας στη θρυλική λησταρχίνα ένα μεθυστικό μείγμα νεανικής εξέγερσης, ματαιοδοξίας και σεξουαλικότητας. Η ερμηνείας της δεν πέρασε απαρατήρητη από την Ακαδημία και προτάθηκε για Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου.[Η Φέι Ντάναγουει ως Μπόνι Πάρκερ στην ταινία «Bonnie & Clyde» (1967)]
Η Φέι Ντάναγουει ως Μπόνι Πάρκερ στην ταινία «Bonnie & Clyde» (1967)
Ο δεύτερος σπουδαίος ρόλος της ήταν ως ιδιωτική ντετέκτιβ που καταδιώκει αλλά και ερωτεύεται έναν εκατομμυριούχο απατεώνα (στο ρόλο ο Στιβ Μακ Κουίν) στη νεο-νουάρ του Νόρμαν Τζούισον «Υπόθεση Τομας Κράουν» («The Thomas Crown Affair», 1968), με την υπέροχη μουσική του Μισέλ Λεγκράν. Το 1970 ξανασυναντήθηκε με τον Άρθουρ Πεν στο αναθεωρητικό γουέστερν «Το μεγάλο ανθρωπάκι» («Little Big Man»), αλλά ο επόμενος μεγάλος ρόλος της ήταν στο κλασικό νεο-νουάρ του Ρομάν Πολάνσκι «Τσαϊνατάουν» («Chinatown», 1974). Υποδύθηκε την Έβελιν Μάλρεϊ, μία μπερδεμένη και προβληματική γυναίκα, σ’ ένα ρόλο που ξεπέρασε την τυπική φαμ-φατάλ και της χάρισε τη δεύτερη υποψηφιότητά της για Όσκαρ.Το 1975 πρωταγωνίστησε στο πολιτικό θρίλερ του Σίντνεϊ Πόλακ «Οι τρεις μέρες του Κόνδορα» («Three Days of the Condor», 1975) και τον επόμενο χρόνο έδωσε μία ακόμη λαμπρή ερμηνεία στην ταινία του Σίντνεϊ Λούμετ «Το Δίκτυο» («Network»), που αναφέρεται στην επιρροή της τηλεόρασης στη ζωή των ανθρώπων και τις αξίες και τα ιδανικά που θυσιάζονται στο βωμό της ακροαματικότητας. Για το ρόλο της απειλητικής και ερωτικής διευθύντριας προγράμματος ενός τηλεοπτικού καναλιού, τιμήθηκε με Όσκαρ, το μοναδικό της καριέρας της.

Παρόλο που η Ντάναγουεϊ συνέχισε να παίζει σε ταινίες, λίγες από αυτές πέτυχαν την κριτική επιδοκιμασία και είχαν αντίκρυσμα στο ταμείο. Ανάμεσά τους το υπερφυσικό θρίλερ του Ίρβιν Κέρσνερ «Τα μάτια της Λόρα Μαρς» («Eyes of Laura Mars», 1978) και η καταπληκτική απεικόνιση της Τζόαν Κρόφορντ στη βιογραφική ταινία του Φρανκ Πέρι «Αποκαλύψεις για μια γυναίκα» («Mommie Dearest», 1981). Σταδιακά αποξενωνόταν από τον κόσμο του Χόλιγουντ κι έβρισκε όλο και πιο δύσκολα δουλειά
Έδωσε πάντως αξέχαστες ερμηνείες στο δράμα του Μπαρμπέτ Σρέντερ «Μπαρφλάι» («Barfly», 1987), στη φουτουριστική ταινία του Φόλκερ Σλέντορφ «Η ιστορία μιας καμαριέρας» («The Handmaid´s Tale», 1990), βασισμένο στο δυστοπικό μυθιστόρημα της Μάργκαρετ Άτγουντ και στη σουρεαλιστική δραμεντί του Εμίρ Κουστουρίτσα «Arizona Dream, 1993). Αργότερα ανέλαβε δεύτερους ρόλους στη βιογραφική ταινία του Λικ Μπεσόν «Ιωάννα της Λωραίνης» («The Messenger: The Story of Joan of Arc», 1999), στο αστυνομικό δράμα «Σε επικίνδυνη τροχιά» («The Yards», 2000), στη σκοτεινή κωμωδία «Ανορθόδοξη έλξη» («The Rules of Attraction», 2002), βασισμένο σε μυθιστόρημα του Μπρετ Ίστον Έλις και τη βιογραφική ταινία «The Case for Christ» (2017), που βασίζεται στο ομώνυμο μπεστ-σέλερ του Λι Στρόμπελ («Υπόθεση Ιησούς Χριστός» ο ελληνικός τίτλος).Η Φέι Ντάναγουεϊ συνέχισε να παίζει στο θέατρο, με πιο αξιοσημείωτο ρόλο αυτόν της Μαρίας Κάλλας στην αμερικανική περιοδεία του έργου του Τέρενς ΜακΝάλι «Master Class» (1996–1997). Έχει επίσης πρωταγωνιστήσει σε αρκετές τηλεταινίες και εμφανίστηκε ως γκεστ σταρ στις σειρές «CSI: Crime Scene Investigation» (2006) και «Grey´s Anatomy» (2009). Το 2017 έγραψε ιστορία, μαζί με τον Γουόρεν Μπίτι, στις τελετές απονομής των Όσκαρ, όταν ανακοίνωσαν κατά λάθος το μιούζικαλ «La La Land» (2016) ως καλύτερη ταινία, αντί του «Moonlight» (2016). Η γκάφα των δυο πρωταγωνιστών της ταινίας «Μπόνι και Κλάιντ» οφειλόταν σε μπέρδεμα των φακέλων, σύμφωνα με τους υπευθύνους της τελετής.

Η Φέι Ντάναγουεϊ κράτησε όσο μπορούσε μυστική την προσωπική της ζωή. Έκανε δύο γάμους, που κατέληξαν σε ισάριθμα διαζύγια. Ο πρώτος με τον μουσικό Πίτερ Γουλφ, τραγουδιστή του ροκ συγκροτήματος J. Geils Band (1974-1979) και ο δεύτερος με τον διάσημο φωτογράφο μόδας Τέρι Ο´Νιλ (1983-1987), με τον οποίο απέκτησε μία κόρη. Ο μεγάλος της έρωτας πάντως ήταν ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, με τον οποίο πρωταγωνίστησε στην ταινία του Βιτόριο ντε Σίκα «Οι Εραστές» («Amanti», 1968). Έζησαν μαζί δύο χρόνια και η Ντάναγουεϊ διέκοψε τη σχέση μαζί του, όταν ο ρωμαίος καρδιοκατακτητής αρνήθηκε να την παντρευτεί.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2551

© SanSimera.gr