Οι βιταμίνες προστατεύουν από τις λοιμώξεις του αναπνευστικού

Νέα ευρήματα σε μελέτη με χιλιάδες συμμετέχοντες. Αυξάνονται τα επιστημονικά δεδομένα για την προστατευτική δράση της βιταμίνης D έναντι και του νέου κορωνοϊού. Αρχίζουν μεγάλες έρευνες ειδικά γι´ αυτήν.

Ορισμένες βιταμίνες μπορεί να μειώνουν τις πιθανότητες που έχουμε να εκδηλώσουμε λοιμώξεις του αναπνευστικού, αναφέρουν επιστήμονες από τη Βρετανία. Σε μελέτη με χιλιάδες εθελοντές διαπίστωσαν ότι οι  βιταμίνες A, D και Ε σχετίζονται επίσης με λιγότερα αναπνευστικά συμπτώματα, όπως ο βήχας και ο πονόλαιμος. Ωστόσο δεν γνωρίζουν πως ακριβώς θα μπορούσαν αυτά τα συστατικά να μας προφυλάσσουν.

Η νέα μελέτη δημοσιεύεται λίγες ημέρες μετά τη δημοσίευση άλλης έρευνας, που συσχέτισε την έλλειψη βιταμίνης D με τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός Covid-19. Ειδικότερα, η μελέτη έδειξε ότι το 82% ομάδας 216 ασθενών με κορωνοϊό σε ένα ισπανικό νοσοκομείο, είχαν έλλειψη βιταμίνης D.

Η νέα μελέτη είναι πολύ μεγαλύτερη. Πραγματοποιήθηκε σε περισσότερους από 6.100 ενήλικες Βρετανούς. Όσοι κατανάλωναν συστηματικά τις υψηλότερες δόσεις από τις προαναφερθείσες βιταμίνες, είχαν τις λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν λοιμώξεις του αναπνευστικού. Είχαν επίσης λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν δύσπνοια.

Οι εθελοντές λάμβαναν τις βιταμίνες Α και Ε από την διατροφή τους ή από διατροφικά συμπληρώματα. Βιταμίνη D λάμβαναν κυρίως από διατροφικά συμπληρώματα.

Οι ειδικοί λένε ότι συσσωρεύονται πλέον τα επιστημονικά δεδομένα ειδικά για τον πιθανό προστατευτικό ρόλο της βιταμίνης D έναντι του κορωνοϊού. Και ζητούν να μελετηθεί ενδελεχώς.

Η νέα μελέτη
Στη νέα μελέτη συμμετείχαν 6.115 εθελοντές, ηλικίας 19 ετών και άνω. Οι εθελοντές συμπλήρωναν επί σειρά ετών ερωτηματολόγια που αφορούσαν τη διατροφή τους. Οι εθελοντές παρείχαν επίσης στοιχεία και για τις λοιμώξεις του αναπνευστικού που παρουσίαζαν.

Όπως έδειξαν οι απαντήσεις τους, όσοι ανέφεραν λοιμώξεις του αναπνευστικού ήσαν γενικώς μεγαλύτερης ηλικίας. Επιπλέον, είχαν λιγότερες πιθανότητες να αναφέρουν επαρκή πρόσληψη από τις βιταμίνες Α και Ε μέσω της τροφής ή/και διατροφικών συμπληρωμάτων. Είχαν επίσης λιγότερες πιθανότητες να καταναλώνουν επαρκή βιταμίνη D μέσω διατροφικών συμπληρωμάτων.

Οι καλύτερες πηγές
Σύμφωνα με τους ερευνητές, σημαντικές πηγές βιταμίνης Α είναι το συκώτι, το πλήρες γάλα, το τυρί, τα καρότα, τα σκουροπράσινα φυλλώδη λαχανικά και τα κόκκινα και πορτοκαλί φρούτα και λαχανικά. Αντίστοιχα, βιταμίνη D περιέχουν τα λιπαρά ψάρια (σολομός, σαρδέλα, σκουμπρί, τόνος κ.λπ.) και τα ιχθυέλαια. Υπάρχουν επίσης τρόφιμα εμπλουτισμένα με βιταμίνες Α και D.

Σημαντικές πηγές βιταμίνης Ε είναι τα φυτικά έλαια, οι ξηροί καρποί και οι σπόροι. Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι η βιταμίνη αυτή αυξάνει την ανοσολογική λειτουργία, ιδίως στους ηλικιωμένους.

Ωστόσο η καλύτερη πηγή βιταμίνης D είναι η επαρκής έκθεση του δέρματος στον ήλιο. Επειδή όμως αυτό είναι δύσκολο, ιδίως τον χειμώνα, οι γιατροί συνιστούν σε πολλούς από εμάς να λαμβάνουμε διατροφικό συμπλήρωμα της βιταμίνης αυτής.

Απαραίτητα και τα συμπληρώματα
Οι ερευνητές από το Imperial College του Λονδίνου (ICL) και άλλα ερευνητικά κέντρα, σημειώνουν στο άρθρο τους ότι οι βιταμίνες συσχετίζονταν με λιγότερες αναπνευστικές λοιμώξεις ακόμα κι όταν έλαβαν υπ´ όψιν άλλους παράγοντες κινδύνου για λοιμώξεις, όπως:

Το φύλο
Την ηλικία
Τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ)
Το οικογενειακό εισόδημα
Το ιστορικό καπνίσματος
Τα νέα ευρήματα «επιβεβαιώνουν επίσης ότι οι βιταμίνες σε μορφή συμπληρωμάτων, ιδίως η βιταμίνη D, είναι απαραίτητες σε μερικούς ανθρώπους», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Suzana Almoosawi. Και τόνισε πως απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να εξακριβωθεί εάν οι βιταμίνες αυτές προστατεύουν από τη λοίμωξη που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός.

Ήδη επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου έχουν αρχίσει μελέτη στην οποία εξετάζουν εάν η αύξηση των επιπέδων βιταμίνης D στον οργανισμό, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο αναπτύξεως της λοίμωξης που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός. Εξετάζουν επίσης εάν μπορεί να μειώσει και τη σοβαρότητα της λοίμωξης Covid-19.

Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην διατροφική επιθεώρηση BMJ Nutrition, Prevention & Health.