Ο Δομήνικος είναι εδώ - 404 χρόνια μετά το θάνατο του με δύο σπουδαία έργα του στην Κρήτη

  • Σάββατο, 7 Απρίλιος 2018 08:39
  • Συντακτική Ομάδα
  • Τέχνη

Με δύο έργα του μεγάλης καλλιτεχνικής αλλά και οικονομικής αξίας "βρίσκεται" πλέον στην Κρήτη ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος που σήμερα συμπληρώνονται 404 χρόνια από το θάνατο του. Συνολικά  έξι έργα  του παγκοσμίως γνωστού ως Γκρέκο, υπάρχουν σήμερα στη χώρα μας από τα οποία τα δύο στην Κρήτη. 
Τα δύο μοναδικά έργα του Ελ Γκρέκο που εκτίθενται στην Κρήτη:  Η Άποψη του Όρους και της Μονής Σινά (1570) και η Βάπτιση του Χριστού (1569),  αποτελούν κορυφαία εκθέματα του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης  Στη χώρα μας  υπάρχουν ακόμα τα εξής έργα του Θεοτοκόπουλου: «Ο Άγιος Λουκάς ζωγραφίζει την Παναγία» και «Η Προσκύνηση των Μάγων» (Μουσείο Μπενάκη), «Στέψη της Θεοτόκου» και «Η Συναυλία των Αγγέλων» (Εθνική Πινακοθήκη).

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ή Ελ Γκρέκο γεννήθηκε στο Χάνδακα (Ηράκλειο) το 1541.  Είναι η περίοδος κατά την οποία η επίδραση της ευρωπαϊκής αναγέννησης διαμόρφωσε στην Κρήτη ένα εξαιρετικά ευνοϊκό κλίμα για τις τέχνες και τα γράμματα. Επηρεασμένος προφανώς από αυτό το κλίμα ο Δομήνικος στράφηκε από νωρίς στη ζωγραφική όπου και καταξιώθηκε σε  νεαρή ηλικία.


Πριν ακόμη συμπληρώσει ηλικιακά τα τριάντα ταξίδεψε στην Ιταλία σε αναζήτηση της γνώσης και των νέων τάσεων στην τέχνη του.  Εκεί παρέμεινε για μια περίπου δεκαετία, αρχικά στη Βενετία και στη συνέχεια στη Ρώμη. Στην «ιταλική» αυτή περίοδο του βίου του χρονολογούν οι ειδικοί και τους δύο πίνακες που εκτίθενται στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης. Το 1576 ο Γκρέκο αναχώρησε για την Ισπανία όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα ως το τέλος της ζωής του, το 1614. 
Στην απογραφή των ευρισκόμενων στο εργαστήριό του, την οποία συνέταξε ο γιος του, αναφέρονται τρεις πάγκοι εργασίας, εκατόν σαράντα τρεις πίνακες, δεκαπέντε προπλάσματα από γύψο, τριάντα προπλάσματα από πηλό και κερί, είκοσι επτά ελληνικά βιβλία, εξήντα επτά ιταλικά βιβλία, δεκαεπτά ισπανικά βιβλία, δεκαεννιά βιβλία αρχιτεκτονικής, εκατόν πενήντα σχέδια, τριάντα προσχέδια και διακόσιες χαλκογραφίες.


Η Άποψη του Όρους και της Μονής Σινά 
Το έργο είναι ανυπόγραφο, αποδίδεται όμως με βεβαιότητα στον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο και εντάσσεται χρονολογικά στην βενετική περίοδο του καλλιτέχνη. Πρόκειται για ένα τοπίο όπου απεικονίζονται οι τρεις υψηλότερες κορυφές του Όρους Σινά με το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης σε περίοπτη θέση και ομάδες οδοιπόρων - προσκυνητών που συγκλίνουν προς τη Μονή. Δεν είναι όμως ο πίνακας αυτός μία απλή τοπιογραφία. Η χρήση των χρωμάτων και της προοπτικής, η πλαστικότητα, η απόδοση των ανθρώπινων μορφών και των λεπτομερειών του τοπίου, οι λοξοί άξονες, οι έντονοι σκιοφωτισμοί και οι συμβολισμοί δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό του ως «συγχώνευσης τοπιογραφίας και υπερβατικής ατμόσφαιρας» με πνευματικές προεκτάσεις.
Στο κέντρο της παράστασης δεσπόζει το όρος Χωρήβ, όπου ο Μωυσής παρέλαβε τις πλάκες του νόμου από τα χέρια του Θεού. Στις απότομες πλαγιές του παρατηρεί κανείς διάσπαρτα διάφορα κτήρια - παρεκκλήσια με κοκκινωπές σκεπές και σκήτες. Τον βράχο διασχίζει κάθετα η λαξευτή κλίμακα που οδηγεί στην κορυφή, η οποία χάνεται μέσα σε γκριζοκίτρινα σύννεφα, που, αν και κρύβουν τον ήλιο, αφήνουν να διαχέεται στο τοπίο ένα χρυσοκίτρινο φως υπερβατικού χαρακτήρα που μεταδίδει αίσθημα δέους και δημιουργεί μια υποβλητική ατμόσφαιρα ταραχής και μυστηρίου.


Το συγκρότημα του Μοναστηριού, τοποθετημένο λοξά στο χώρο, περιβάλλεται από τετράπλευρα ισχυρά τείχη. Στο εσωτερικό του περιβόλου αυτού συνωστίζονται διάφορα κτίρια, από τα οποία ξεχωρίζει στο κέντρο η ιουστινιάνεια παλαιοχριστιανική Βασιλική και το κωδωνοστάσιο. Στη μία πλευρά του τείχους διακρίνεται χαμηλό προτείχισμα με είσοδο, ενώ στην άλλη διακρίνεται τοξωτό άνοιγμα στο τείχος, σαν παράθυρο, απ´ όπου πιθανόν οι μοναχοί κατέβαζαν τις προσφορές της Μονής προς τους Άραβες γείτονές τους. 
Κάτω αριστερά, στο πρώτο επίπεδο της παράστασης τρεις οδοιπόροι πλησιάζουν τη Μονή. Οι δύο απ´ αυτούς φέρουν ευρωπαϊκή ενδυμασία με ευρύχωρους σκουρόχρωμους μανδύες, πλατύγυρα καπέλα και υψηλά υποδήματα, ενώ ο τρίτος φορά μακρύ επανωφόρι, προβιά και ψάθινο καπέλο. Πρόκειται προφανώς για ντόπιο οδηγό που δείχνει χαρακτηριστικά το δρόμο στους ξένους επισκέπτες, η παρουσία των οποίων υποδηλώνει το ενδιαφέρον του δυτικού κόσμου για την περιοχή και το μοναστήρι. 

Στο κάτω δεξιό τμήμα της παράστασης μία ομάδα προσκυνητών που συνοδεύεται από βεδουίνους και τρεις καμήλες πλησιάζει στο μοναστήρι. Ένας προσκυνητής με «ελληνική» ενδυμασία-γκριζογάλανο χιτώνα, κόκκινο ιμάτιο και κόκκινες περικνημίδες - φιλά με σεβασμό το χέρι του γέροντα αντιπροσώπου της Μονής που τον υποδέχεται συνοδευόμενος από άλλο μοναχό και έναν υπηρέτη. Δίπλα τους ένα άλλο πρόσωπο με κόκκινο σκούφο μοιάζει να περιμένει τη σειρά του να ασπαστεί τον γέροντα. Η ομάδα αυτή μπορεί κανείς να υποθέσει ότι αντιπροσωπεύει την ευλάβεια των ορθοδόξων για τη Μονή, όπως οι περιηγητές αριστερά το ενδιαφέρον και την περιέργεια των Ευρωπαίων.


Η Βάπτιση του Χριστού 
Στο έργο απεικονίζεται η Βάπτιση του Χριστού με πρωταγωνιστικές μορφές τον ίδιο τον Ιησού και τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο που συνοδεύονται από τρεις φτερωτούς αγγέλους μέσα σε φυσικό περιβάλλον που αναπαριστά το τοπίο του ποταμού Ιορδάνη. 

Το έργο είναι ανυπόγραφο, μπορεί όμως, βάσει τεχνοτροπικών κριτηρίων, να αποδοθεί με βεβαιότητα στον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο και να ενταχθεί στα έργα της προχωρημένης βενετικής παραγωγής του. Υψηλή ποιότητα εργασίας, χρωματική αρμονία, έντονη βενετική επίδραση, όπως για παράδειγμα η διαμόρφωση του φυσικού τοπίου, και μανιεριστική πνοή χαρακτηρίζουν τη σύνθεση.
Το έργο έχει σήμερα ορθογώνιο σχήμα. Όμως είναι εμφανές ότι αυτό δεν ήταν το αρχικό του σχήμα και ότι έφερε τοξωτή απόληξη. Σε μεταγενέστερη εποχή ο πίνακας ενσωματώθηκε σε ορθογώνια επιφάνεια ξύλου. Η τοξωτή απόληξη υποδηλώνει ότι αποτελούσε φύλλο τριπτύχου και επομένως έφερε παράσταση και στην άλλη πλευρά, η οποία διαχωρίστηκε από εκείνη με τη Βάπτιση.

Στο κέντρο του πίνακα ο Χριστός στα νερά του Ιορδάνη δέχεται το βάπτισμα από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ο Ιωάννης έχει αποδοθεί με σκούρα επιδερμίδα και μαλλιά, σε αντίθεση με τη μορφή του Ιησού που αποδίδεται με φωτεινότερα χρώματα. Η εικονογραφική λεπτομέρεια με τον Πρόδρομο να ρίχνει νερό στο Χριστό με κοχύλι ή στρογγυλή κούπα αποτελεί καθιερωμένο στοιχείο σε απεικονίσεις του θέματος στη βενετσιάνικη ζωγραφική. Μέσα στο ποτάμι βρίσκεται ο Χριστός, στραμμένος προς τον Πρόδρομο, προς τον οποίο και απλώνει τα χέρια του με ενωμένες τις παλάμες, δίνοντας την εντύπωση μορφής που δέεται. Αριστερά από το Χριστό, στο βάθος, διακρίνεται αμυδρά τοπίο πόλης και μπροστά από αυτό ομάδα μορφών, που έχει αποδοθεί μικρογραφικά.
Στη δεξιά όχθη του ποταμού τρεις φτερωτοί άγγελοι με τη μορφή νεαρών κοριτσιών κρατούν κόκκινη πετσέτα για να σκουπίσουν το σώμα του Χριστού. Πρόκειται για εικονογραφικό στοιχείο που έχει μάλλον βυζαντινή προέλευση και υποδηλώνει τη θεϊκή παρουσία και τον μυστηριακό χαρακτήρα της παράστασης. Εντυπωσιακή είναι εδώ η χρωματική επεξεργασία των υφασμάτων, αλλά και η ζωηρότητα της κίνησης.

*Τα στοιχεία για τα δύο έργα του Θεοτοκόπουλου προέρχονται από το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης