Διονύσης Χαριτόπουλος:Στη ζωή ...Ήρθαμε για να ζήσουμε!

  • Πέμπτη, 2 Νοέμβριος 2017 21:11
  • Συντακτική Ομάδα
  • Σκέψεις

Μια συνέντευξη του Διονύση Χαριτόπουλου στο LIFO (lifo.gr) και στον Γιάννη Πανταζόπουλο μας τράβηξε την προσοχή. Αξίζει να τη διαβάσετε:


Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον βαθύ Πειραιά, στα Μανιάτικα, το πιο σκληρό και αδιαπέραστο γκέτο που υπήρχε. Το σπίτι μου ήταν στα κατσάβραχα της οδού Νικηταρά, τον οριζόντιο δρόμο που διαπερνά Μανιάτικα, Άγιο Δημήτρη και Ταμπούρια, μια ελληνική φαβέλα. Στις γειτονιές μαχαιρώματα, ξύλο, ζόρικες παρέες, νταβατζήδες, λαθρέμποροι, όπλα και βεντέτες. Εκεί δεν είχε γέλια, τραγούδια και ελαφρότητες.

Οι άνθρωποι ήταν σκυθρωποί και τσιτωμένοι. Αγέλαστοι και αυστηροί. Βουρκότοποι, ρέματα, δρόμοι χωρίς πεζοδρόμια και φωτισμό. Η υπόληψη του άλλου ανέγγιχτη, αλλιώς έβγαιναν μαχαίρια. Η μόνη αξία ήταν η δύναμη.

• Το λιμάνι σού ανοίγει ορίζοντες, δρόμους διαφυγής, σε μαθαίνει την ζωή πολύ πιο γρήγορα. Τα πρώτα είκοσί μου χρόνια έχω κάνει διάφορες χειρωνακτικές δουλειές στο λιμάνι καθώς και στα γύρω μηχανουργεία, χυτήρια, επισκευές-διαλύσεις πλοίων, κουβαλώντας μπόλικα σίδερα και τσουβάλια. Η μάνα μου ήταν ο μεγαλύτερος μάγκας που γνώρισα ποτέ.

• Η μάνα μου ήταν το κυρίαρχο πρόσωπο στη ζωή μου. Αυτή με καθόρισε όσο κανείς άλλος. Όμορφη, περήφανη κι ερωτική γυναίκα, που όμως δεν σήκωνε κουβέντα, μια ορεσίβια σουφραζέτα της εποχής, ο μεγαλύτερος μάγκας που γνώρισα ποτέ. Όταν με είχαν αποβάλει από τα δημόσια σχολεία, βρήκε παραθυράκι στον νόμο, έψησε έναν ψυχίατρο και μου έδωσε ένα τρελόχαρτο, προκειμένου να με δεχτούν σε ιδιωτικό. Ακόμη και ο τρόπος που πέθανε ήταν εντελώς δικός της. Ενενήντα πέντε χρονών και βρισκόταν για κάτι ασήμαντο στο νοσοκομείο. Ο γιατρός τής είχε πει να μη σηκωθεί από το κρεβάτι, αλλά εκείνη, στα 95, είχε ακόμα δίψα για ζωή. Τη φλέρταρε ο συνομήλικός της κύριος Δημήτρης από τον διπλανό θάλαμο που κυκλοφορούσε με τρεις ορούς σε κάθε χέρι. Της πρότεινε να κάνουν βόλτα στον διάδρομο και η μάνα μου σηκώθηκε γιατί το έλεγε ακόμα η περδικούλα της. Όμως ζαλίστηκε, έπεσε και συνέβη το μοιραίο σπάσιμο των ηλικιωμένων. Την επόμενη μέρα χάθηκε. Είχε κάνει ακόμα μία φορά το δικό της.

• Το πρώτο βιβλίο που έπεσε στα χέρια μου ήταν η Γέφυρα των Στεναγμών. Το είχε ξεχάσει ένας ναυτικός σ´ ένα «σπίτι» της Τρούμπας και το «κορίτσι» μού το χάρισε, γιατί δεν ήξερε τι να το κάνει. Το διάβασα, μαγεύτηκα και δεκατριών χρονών αποφάσισα ότι αυτό μου αρέσει να κάνω στη ζωή μου, να γράφω. Κι από τότε δεν μπορώ να γλιτώσω. Το γράψιμο είναι αναπόδραστο στοιχείο της ζωής μου. Μια αδήριτη εσωτερική ανάγκη, αυτό που λέμε «δεν γίνεται αλλιώς». Πιστεύω πως γράφω πρώτα για μένα και μετά για τους άλλους. • Τους ανθρώπους διαμορφώνει το βίωμα, που όσο πάει και σπανίζει στην εποχή μας. Τα βιβλία ίσως δίνουν μια τελική μορφή στον άνθρωπο. Τα πιο κρίσιμα χρόνια μου τα έζησα στον δρόμο, στο γήπεδο, στην Τρούμπα, στο λιμάνι, στα σκυλάδικα, στα ταβερνεία και, βέβαια, στη λατρεία μου για τις γυναίκες. Αυτές με καθόρισαν. Και ό,τι καλύτερο έχει συμβεί στη ζωή μου σ´ αυτές οφείλεται. Παντρεύτηκα δύο σπουδαίες γυναίκες, την Ελένη και τη Μαλβίνα. Μαζί με τη μάνα μου υπήρξαν οι πιο επιδραστικοί άνθρωποι της ζωής μου και δεν ζουν πια. Η Ελένη ήταν καθηγήτρια της Γερμανικής Φιλολογίας, ένα πλάσμα που έλαμπε από ευγένεια και καλοσύνη. Αυτή με εξημέρωσε, γιατί όταν γνωριστήκαμε ήμουν αγρίμι, δεν πλησιαζόμουν. Η Μαλβίνα με πλούτισε με καινούργια ερεθίσματα, ερχόταν από έναν άλλο κόσμο. Πιστεύω ότι ήμουν καλός σύζυγος, αλλά δεν τα κατάφερα να είμαι διαρκώς παρών στη σχέση. Και τις δύο φορές που χώρισα η αιτία ήμουν εγώ. Τις αδίκησα. Η Ελένη ήταν ένα πλάσμα που έλαμπε από ευγένεια και καλοσύνη. Η Ελένη ήταν ένα πλάσμα που έλαμπε από ευγένεια και καλοσύνη. Η Μαλβίνα με πλούτισε με καινούργια ερεθίσματα, ερχόταν από έναν άλλο κόσμο. Η Μαλβίνα με πλούτισε με καινούργια ερεθίσματα, ερχόταν από έναν άλλο κόσμο.

• Έκτοτε, με κάθε νέο βιβλίο χάνω κι έναν έρωτα. Οι όμορφες γυναίκες είναι πλάσματα 24ωρης απασχόλησης. Εκεί υστερώ δραματικά. Δεν σ´ αντέχει η άλλη να κλείνεσαι μερόνυχτα στο γραφείο σου ή να είσαι παρών-απών.

• Η πατρίδα μας προσδιορίζει και νοηματοδοτεί την ύπαρξή μας. Δίνει μορφή και περιεχόμενο στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Τη στρατιωτική μου θητεία ως έφεδρου ανθυπολοχαγού την πέρασα στον Έβρο την περίοδο της δικτατορίας. Ένας τόπος αντιθέσεων. Μια ευθεία χωρίς τέλος. Οι νύχτες περνούσαν δύσκολα. Στρατόπεδα, γυμνά δωμάτια, χαρτοπαιξίες, κορίτσια και ποτά. Ζωή πάμφθηνη και μια εποχή που μύριζε πόλεμο. Ένα σημείο της Ελλάδας που το ερωτεύεσαι. Εκεί την ομορφιά πρέπει να την ανακαλύψεις. Ήταν τότε που χάθηκε η Κύπρος οριστικά, όταν αποσύρθηκε η μεραρχία από το νησί και άνοιξε η πόρτα στους Τούρκους. H ψήφος έχει χάσει τη σημασία της, όταν οι επιλογές σου περιορίζονται, όπως λένε οι Αμερικάνοι, «στα κρύα ή στα ζεστά σκατά». Τραμπ ή Χίλαρι, Μακρόν ή Λεπέν, Τσίπρας ή Μητσοτάκης; Βλέπεις τον Τσίπρα και οργίζεσαι, βλέπεις τον Μητσοτάκη και γελάς. Μια εποχή ανθρώπινης παρακμής από τότε που η οικονομία καπέλωσε οριστικά την πολιτική.

• Όσες φορές έχω ψηφίσει, είναι πάντα ΚΚΕ, όχι για τα πρόσωπα αλλά για την έξοχη ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αλλά καμιά ιδέα δεν αξίζει τη ζωή ενός ανθρώπου και, δυστυχώς, χύθηκε αίμα για να επιβληθεί με τη βία μια απολύτως ουμανιστική ιδέα. Ίσως ήταν πολύ νωρίς για την κοινωνία μας. Δεν είναι ακόμα διατεθειμένοι οι άνθρωποι να παραχωρήσουν, να μοιραστούν και να κάνουν υποχωρήσεις. Αλλά το χάος ανάμεσα στους φτωχούς και στους πλούσιους δεν θα κρατήσει επ´ άπειρον. Κάποια στιγμή θα σαρωθούν όλα και αυτή η ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης θα επιστρέψει, ίσως με άλλη ονομασία. Σήμερα η ψήφος έχει χάσει τη σημασία της, όταν οι επιλογές σου περιορίζονται, όπως λένε οι Αμερικάνοι, «στα κρύα ή στα ζεστά σκατά». Τραμπ ή Χίλαρι, Μακρόν ή Λεπέν, Τσίπρας ή Μητσοτάκης; Βλέπεις τον Τσίπρα και οργίζεσαι, βλέπεις τον Μητσοτάκη και γελάς. Μια εποχή ανθρώπινης παρακμής από τότε που η οικονομία καπέλωσε οριστικά την πολιτική. «Πρόβες πολέμου» στον Έβρο του 1967- και στην ίδια τη ζωή 15.10.2017 «Πρόβες πολέμου» στον Έβρο του 1967- και στην ίδια τη ζωή

• Όταν κάποιος λέει ότι είναι αριστερός, το εκλαμβάνω απλώς ως μια δήλωση κοινωνικής ευαισθησίας. Και λοιπόν; Όλοι έχουμε τις ευαισθησίες μας, για τα ζώα, τους κήπους, τα μαλλιά μας που πέφτουν. Το ζήτημα είναι τι κάνεις στην πράξη. Μήπως λες αριστερός και ψαρεύεις σε θολά νερά; Μήπως, όπως έλεγε ένας μόρτης, βγάζεις φλας αριστερά και στρίβεις δεξιά για την πάρτη σου; Μήπως, λέω εγώ, είσαι μόνο λόγια, δεν με σέβεσαι καθόλου, ψηφίζω «όχι» κι εσύ μου το κάνεις «ναι»; Στη ζωή ερχόμαστε για να ζήσουμε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Σαν τουρίστες που βλέπουμε όσα προλάβουμε και φεύγουμε. Πίσω μας έρχονται άλλοι και σπρώχνουν για να δουν κι αυτοί. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO Στη ζωή ερχόμαστε για να ζήσουμε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Σαν τουρίστες που βλέπουμε όσα προλάβουμε και φεύγουμε. Πίσω μας έρχονται άλλοι και σπρώχνουν για να δουν κι αυτοί. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Η αλήθεια είναι ότι η αριστερά μάς έμαθε γράμματα, αλλά σε λάθος βιβλία. Από την άλλη, θεοποίησε τους μέτριους και τους έκανε υπογραφές για συλλαλητήρια. Συγγραφείς που δεν διαβάζονται, σκηνοθέτες για κλοτσιές, ανίδεοι πανεπιστημιακοί και όλοι αυτοί, επειδή ήταν στην αριστερά, απέκτησαν τεράστια υπεραξία. Άχρηστοι που το μόνο τους προσόν ήταν ότι ανήκαν στην αριστερά. Ο Άρης Βελουχιώτης είναι μεγάλο κεφάλαιο της χώρας μας. Είχε υπερβεί την κομματική του ταυτότητα, ήταν πατριδολάτρης και οραματιστής. Μου αρέσει το ότι ήταν άνθρωπος που διάβαζε πολύ, άκουγε μουσική, τραγουδούσε, πήγαινε στην όπερα, ενώ το αδύνατο σημείο του ήταν η χαμηλή του αυτοεκτίμηση –οι άξιοι δεν ξέρουν συνήθως πόσο αξίζουν–, κάτι που τον οδήγησε σε λάθη. Το βιβλίο Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων διαπέρασε το πολιτικό σύστημα και χάρη σε αυτό η ελληνική κοινωνία πέρασε από τη λήθη στη μνήμη. Ήρωες σήμερα είναι οι μεροκαματιάρηδες που παλεύουν για να επιβιώσουν οι οικογένειές τους.

• Ένα πολύ αγαπημένο μου βιβλίο απ´ όσα έχω γράψει είναι το Πρόβες Πολέμου. Είναι πολύ προσωπικό και αφορά μια δυνατή περίοδο της ζωής μου. Μια πολύ ξεχωριστή στιγμή. Το Εγχειρίδιο Βλακείας προέκυψε εξαιτίας του βιβλίου Γκίνες, που το θεωρώ τη Βίβλο της διεθνούς βλακείας. Πόσα χάμπουργκερ θα φας σε τρία λεπτά, νύχια ή μουστάκια ενός μέτρου και άλλα παλαβά. Προφανώς και αναφερόμαστε στην αποθέωση της ανθρώπινης βλακείας. Κάθε χώρα είναι πνιγμένη στους βλάκες. Και η βλακεία δεν αφορά μια τάξη αλλά όλη την κοινωνική γκάμα, από την καθαρίστρια ως τον πανεπιστημιακό.

• Ο μάγκας είναι ο σοβαρός, καλοντυμένος και έξυπνος άντρας που κάνει μόνο όσα αρμόζουν σε έναν άντρα. Έχει κόστος η ανδροπρέπεια, γιατί τηρεί αρχές και κανόνες ζωής δύσκολους. Έχασα πολλές φορές στη ζωή μου για λόγους αξιοπρέπειας. Αλλά αυτό ήταν το μεγαλύτερο κέρδος: εμπειρίες, συναισθήματα, συμπεριφορές. Οι απλοί και οι ανώνυμοι είναι ό,τι καλύτερο έχει αυτός ο τόπος. • Ο Ολυμπιακός παραμένει η μεγάλη μου αγάπη. Η ομάδα αποτελεί προέκταση του εαυτού μας. Είναι κάτι που δεν θα αλλάξει ποτέ. Το γήπεδο και η κερκίδα είναι χώρος ανάσας και ελευθερίας. Μπήκα στο γήπεδο Καραϊσκάκη το 1953, όταν ήμουν έξι ετών, ακόμα είχε κάτω καρβουνόχωμα και το έλεγαν Ποδηλατοδρόμιο. Με τα χρόνια συνειδητοποίησα ότι άλλαξαν η συμπεριφορά και η σύνθεση των θεατών. Αντί να κάνουν πλάκα και καζούρα, έχουν γίνει παράλογα επιθετικοί. Σκοτώνονται για κάτι που στα χρόνια μου ήταν για τους φτωχούς η ανάσα και η χαρά της εβδομάδας. Ο Διονύσης Χαριτόπουλος σε ηλικία 18 ετών. Ο Διονύσης Χαριτόπουλος σε ηλικία 18 ετών. Φωτογραφία από το 1967. Φωτογραφία από το 1967.

• Αρσενικό και Θηλυκό, το σταθερό δίπολο δημιουργίας. Άντρας μονογαμικός δεν υπάρχει. Ούτε γυναίκα, είναι αφύσικο. Είναι προορισμένα το ένα για το άλλο, μα για να είναι σε συνεχή διαμάχη μεταξύ τους. Το σεξ είναι μια ιεροτελεστία. Μια θέωση. Ο έρωτας είναι μια υπόσχεση ευτυχίας. Ένα μεθύσι, μια έξαρση με ημερομηνία λήξης. Έρωτας σημαίνει βασανίζω και βασανίζομαι. Η αγάπη είναι κάτι μεγάλο, ανώτερο, δεν σε νοιάζουν οι ατέλειες του άλλου, δεν τις βλέπεις, ας είναι και μ´ ένα πόδι. Χωρίς την αγάπη δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στη ζωή μας. Όσα δεν αγαπάμε απλώς δεν υπάρχουν. To εξώφυλλο του τεύχους που κυκλοφορεί αυτή την εβδομάδα

• Η κρίση της εποχής μας δεν συγκρίνεται με τη φτώχεια των δύο δεκαετιών μετά τον πόλεμο. Ποιος μπαρκάρει σήμερα; Κανείς από τους νέους που είναι άνεργοι δεν επιλέγει δουλειές που τις θεωρεί υποτιμητικές. Δεν κατηγορώ τα παιδιά, τα μεγαλώσαμε αλλιώς. Με ξένες γλώσσες, πιάνο, καράτε, μπαλέτο και διακοπές.

• Οι σύγχρονοι άνθρωποι καταπιέζουν και θάβουν τα ένστικτά τους. Κυριαρχεί ένας κούφιος καθωσπρεπισμός. Η αλήθεια του καθενός όμως κρύβεται στα υπόγεια του εαυτού του. Στα πάθη, στα απαγορευμένα, εκεί όπου λειτουργεί ελεύθερα η ψυχή μας. Έρωτες και μεθύσια είναι όλα όσα θα θυμάσαι στη ζωή. Τίποτε άλλο δεν μένει. Ναι, με τον θάνατο είμαι παράλογα εξοικειωμένος. Τον περιμένω ανά πάσα στιγμή. Δεν πιστεύω στον Θεό, αλλά σέβομαι απεριόριστα όσους πιστεύουν. Η μόνη μεταθανάτια επιθυμία μου είναι να με κάψουν. Ασφυκτιώ στην ιδέα ότι θα με θάψουν κάτω από σωρούς χώματα. Ούτε θέλω να ταλαιπωρώ τους δικούς μου να επισκέπτονται έναν τάφο όπου δεν θα βρίσκομαι. Μοναξιά δεν έχω νιώσει ποτέ, όμως τη μοναχικότητα την επιδιώκω. Την έχω ανάγκη. Άνθρωπος που κάθεται μόνος του σημαίνει ότι τα ´χει βρει με τον εαυτό του. Μετάνιωσα για πολλά, αλλά είμαι σίγουρος ότι με τα μυαλά που είχα θα έκανα ξανά τις ίδιες μαλακίες. Μόνο ο ηλίθιος δεν μετανιώνει, αφού νομίζει ότι τα έχει κάνει όλα σωστά. Όταν κάποιος λέει ότι είναι αριστερός, το εκλαμβάνω απλώς ως μια δήλωση κοινωνικής ευαισθησίας. Και λοιπόν; Όλοι έχουμε τις ευαισθησίες μας, για τα ζώα, τους κήπους, τα μαλλιά μας που πέφτουν.  Όταν κάποιος λέει ότι είναι αριστερός, το εκλαμβάνω απλώς ως μια δήλωση κοινωνικής ευαισθησίας. Και λοιπόν; Όλοι έχουμε τις ευαισθησίες μας, για τα ζώα, τους κήπους, τα μαλλιά μας που πέφτουν.

• Η Ελλάδα πάσχει από το σύνδρομο των μικρών χωρών, σαν τον κοντό άνθρωπο που γαυριά και πάνω απ´ όλα απαιτεί σεβασμό. Είμαστε εύθικτοι και γκρινιαρούληδες. Αλλά και λαός αγαπησιάρικος, ανέμελος κι ελάχιστα ενοχικός. Είμαστε πανέμορφη χώρα και η Αθήνα καταπληκτική πόλη. Δεν εκτιμάμε αυτό που έχουμε. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρωτεύουσα ανεβαίνει συνεχώς τουριστικά. Μια ξεχωριστή πόλη με αρχαία και τη θάλασσα στα πόδια της.

• Δεν υπάρχει διαρκής ευτυχία, υπάρχουν μόνο στιγμές. Κάποιες αναλαμπές ανάμεσα στη ρουτίνα της καθημερινότητας ή τη δυστυχία. Σύντομοι ενδιάμεσοι σταθμοί της πορείας μας. Αν κρατήσει πολύ, χαλάει. Όταν ακούω κακό λόγο, ξέρω ότι αυτός που τον λέει έχει μαράζι μέσα του. Άνθρωπος πληρωμένος άσχημη κουβέντα δεν θα πει. Δεν τον ενδιαφέρει, είναι υπεράνω. Έχω ακούσει πολλά από πολλούς. Έχω φίλους, αλλά δεν είμαι ο άνθρωπος που θα πάρω τηλέφωνο να ζητήσω βοήθεια από τους άλλους. Κλείνομαι στον εαυτό μου μέχρι να περάσει, σαν το άρρωστο ζώο στη φωλιά του.

• Ο τίτλος της ζωής μου θα μπορούσε να ήταν «έγινα αυτό που είμαι» προς εκπλήρωση του νιτσεϊκού «να γίνεις αυτό που είσαι». Στη ζωή ερχόμαστε για να ζήσουμε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Σαν τουρίστες που βλέπουμε όσα προλάβουμε και φεύγουμε. Πίσω μας έρχονται άλλοι και σπρώχνουν για να δουν κι αυτοί. Όταν αναζητάς το νόημα αλλού, έξω από σένα, αρνείσαι τον εαυτό σου, την ίδια σου την ύπαρξη. Το νόημα είμαστε εμείς, ό,τι ζούμε. Ο τρόπος εναπόκειται στον καθένα ξεχωριστά, σε γκρίνιες, γλεντοκόπια, έρωτες, μίση, πάθη, απληστία, μιζέρια, μικρότητες. Δεν είσαι πιόνι ενός ευρύτερου σχεδίου. Δεν είναι η ζωή που σε απογοητεύει αλλά ο εαυτός σου. Η ζωή δεν είναι καλή ή κακή. Είναι απλώς ζωή και είναι αυτό που βλέπουμε γύρω μας, άλλο δεν υπάρχει. Στη ζωή δεν ήρθαμε για να κάνουμε καριέρα, λεφτά, όνομα. Ήρθαμε για να ζήσουμε. Και για να αφήσουμε τον κόσμο λίγο καλύτερο απ´ ό,τι τον βρήκαμε γι´ αυτούς που θα ακολουθήσουν.

Φωτό: Παρίς Ταβιτιάν/LIFO