Ο Μάνος Χατζηδάκης, τα "Παιδιά του Πειραιά" και το Όσκαρ που ο καλλιτέχνης ...πέταξε στα σκουπίδια!

Σαν σήμερα πριν 45 χρόνια, στις 17 Απριλίου 1961, ο μεγάλος συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις κέρδισε το Οσκαρ πρωτότυπου τραγουδιού για τα “Παιδιά του Πειραιά” που ερμήνευσε η Μελίνα Μερκούρη στην ταινία: “Ποτέ την Κυριακή” σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασσέν. Ενα Οσκαρ με μεγάλη ιστορία καθώς ο Μάνος Χατζιδάκις προσπάθησε απ’ αυτό να απαλλαγεί.

Ο ίδιος ο συνθέτης είχε σημειώσει το 1981 σε κείμενο που δημοσιεύεται στο επίσημο site του (www. hadjidakis.gr): «…Το επίσημο κράτος με γιόρτασε για το Oscar που πήρα ερήμην μου και έξω απ’ τα δικά μου σχέδια. Πάλεψα χρόνια για ν’ αφαιρέσω αυτό τον “τίτλο τιμής” από την πλάτη μου μα αν δεν το κατάφερα αυτό, ο αγώνας με βοήθησε να ξαναγίνω νέος ή να ξαναγίνομαι νέος κάθε φορά που ο χρόνος μου πετούσε μία επίσημη υπενθύμιση της παρουσίας του». Ο θετός γιος του συνθέτη, ο κ. Γιώργος Χατζηδάκης μιλώντας σε ρεπορτάζ του Γιώργου Σκίντσα που αναρτήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2008 στον ιστότοπο της εφημερίδας “Το Βήμα” είχε αναφερθεί στο θέμα του Οσκαρ.

Στο δημοσίευμα αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Πόσοι άνθρωποι -και εν προκειμένω καλλιτέχνες- θα είχαν στα χέρια τους ένα Οσκαρ και θα έκαναν προσπάθειες να απαλλαγούν απ’ αυτό; Οχι μόνο από την τιμή και την αναγνώριση που συνεπάγεται η κατάκτηση ενός τέτοιου βραβείου, αλλά και από αυτό καθ’αυτό το χρυσό αγαλματίδιο; Και πόσοι ακόμη θα έφθαναν στο σημείο να διατυπώσουν την αντίθεσή τους ακόμη και εγγράφως; Ο Μάνος Χατζιδάκις ποτέ δεν συμβιβάστηκε στη ζωή του με την κατάκτηση το 1961 του βραβείου Οσκαρ…».

Γλίτωσε από τα σκουπίδια

Ακόμα στο ίδιο άρθρο διαβάζουμε: «Το αγαλματάκι που σήμερα κοσμεί την οικία του συνθέτη γλύτωσε από την… ανακύκλωση την τελευταία στιγμή και μάλλον από τύχη. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 -όπως μας διηγείται ο κ. Γιώργος Χατζιδάκις- o Μάνος Χατζιδάκις κάποια στιγμή και χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς πέταξε το Οσκαρ στον κάδο απορριμμάτων. Ενώ μιλούσε το ίδιο μεσημέρι με την αδελφή του τη Μιράντα, η τελευταία ακούει την οικιακή βοηθό, η οποία μετέφερε τις σακούλες των απορριμμάτων, να μονολογεί για το ασυνήθιστο βάρος τους. Αμέσως η αδελφή του Μάνου Χατζιδάκι, σαν να υποψιάστηκε κάτι, σηκώθηκε από τον καναπέ και έψαξε τις σακούλες. Εκεί ανακάλυψε το Οσκαρ που είχε πετάξει ο ίδιος ο συνθέτης μερικές ώρες νωρίτερα. Μόνο που η αδελφή του δεν το άφησε στο σπίτι του συνθέτη, αλλά το πήρε στο δικό της. Το επέστρεψε έναν χρόνο μετά τον θάνατό του. Σήμερα το Οσκαρ βρίσκεται σε βιτρίνα με την πλάτη γυρισμένη στον θεατή και με “συνοδό” έναν Καραγκιόζη -μια σημειολογική πρωτοβουλία του κ. Γ. Χατζιδάκι. Οπως πάντως μας διηγήθηκε ο κ. Γ. Χατζιδάκις, η απέχθεια του θετού πατέρα του για το Οσκαρ είχε ως “θύμα” ακόμη και τη Μαρία Κάλλας. Με την τελευταία ο Μάνος Χατζιδάκις συνέτρωγε το 1963 σε ρεστοράν των Παρισίων, όταν κάποια στιγμή ήρθαν από πάνω τους 4 μουσικοί που έπαιζαν τα “Παιδιά του Πειραιά”.Η Μαρία Κάλλας ως δείγμα φιλοφρόνησης προς το πρόσωπό του άρχισε να το τραγουδά με αποτέλεσμα όλο το ρεστοράν, όπως ήταν φυσικό, να γυρίσει να την ακούσει. Οταν τελείωσε το τραγούδι ο Μάνος Χατζιδάκις έσκυψε και της είπε στο αφτί: «Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου θα τραγουδούσε τόσο μέτρια αυτό το μέτριο τραγούδι». Και φυσικά αυτό το είπε όχι για να την προσβάλλει, αλλά για να υπογραμμίσει με το δικό του ξεχωριστό χιούμορ ότι «αυτή η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου υπέκυψε στη διάσημη ασημαντότητα του συγκεκριμένου τραγουδιού» όπως το θεωρούσε ο ίδιος».

Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι τα “Παιδιά του Πειραιά” είναι από τα πλέον γνωστά παγκοσμίως τραγούδια, έχει ερμηνευτεί από πάρα πολλούς καλλιτέχνες απ’ όλο τον κόσμο και έχει κερδίσει αρκετές διακρίσεις διεθνώς.

Οι στίχοι

Aπ’ το παράθυρό μου στέλνω

ένα δύο και τρία και τέσσερα φιλιά

που φτάνουν στο λιμάνι

ένα και δύο και τρία και τέσσερα πουλιά

 

Πώς ήθελα να είχα ένα και δύο

και τρία και τέσσερα παιδιά

που σαν θα μεγαλώσουν όλα

θα γίνουν λεβέντες για χάρη του Πειραιά

 

Όσο κι αν ψάξω, δεν βρίσκω άλλο λιμάνι

τρελή να με `χει κάνει, όσο τον Πειραιά

Που όταν βραδιάζει, τραγούδια μ’ αραδιάζει

και τις πενιές του αλλάζει, γεμίζει από παιδιά

 

Aπό την πόρτα μου σαν βγω

δεν υπάρχει κανείς που να μην τον αγαπώ

και σαν το βράδυ κοιμηθώ, ξέρω πως

ξέρω πως, πως θα τον ονειρευτώ

 

Πετράδια βάζω στο λαιμό, και μια χά

και μια χά , και μια χάντρα φυλακτό

γιατί τα βράδια καρτερώ, στο λιμάνι σαν βγω

κάποιον άγνωστο να βρω

 

Όσο κι αν ψάξω...

Η ταινία “Ποτέ την Κυριακή”

Το Ποτέ την Κυριακή είναι ελληνική ρομαντική κωμική ταινία του 1960, σε σκηνοθεσία και σενάριο Ζυλ Ντασέν. Πρωταγωνιστούν οι Μελίνα Μερκούρη, Ζυλ Ντασέν και Γιώργος Φούντας.

Η ταινία ήταν η δεύτερη ταινία του Ζυλ Ντασσέν, με σενάριο δικό του και πρωταγωνίστρια την Μελίνα Μερκούρη (η πρώτη ταινία ήταν "Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται", κινηματογραφική διασκευή του ομώνυμου έργου του Νίκου Καζαντζάκη[3]). Γυρίστηκε το 1960 εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα και είναι μία από τις διασημότερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου κυρίως λόγω της βραβευμένης με Όσκαρ μουσικής που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις.

Στη συγκεκριμένη ταινία πρωταγωνιστεί η Ίλια, μία πόρνη στο λιμάνι του Πειραιά. Κοινωνική, ευαίσθητη και συναισθηματική, η Ίλια δεν ανήκει σε κάποιον μαστροπό, διαλέγει τους πελάτες της, δεν εργάζεται τις Κυριακές κι ούτε όταν έχει παραστάσεις το Ελληνικό Φεστιβάλ Θεάτρου. Αποτελεί πρότυπο για τις εκδιδόμενες γυναίκες της περιοχής.

Τον ίδιο καιρό έρχεται στον Πειραιά ο Αμερικανός Όμερ, ερασιτέχνης φιλόσοφος, επηρεασμένος από τον προτεσταντισμό, τον Αριστοτέλη και τον Φρόυντ. Ηρθε στην Ελλάδα για να βρει το μυστικό της ευτυχίας, αναζητώντας το πώς χάθηκε το μεγαλείο της κλασικής εποχής. Στο πρόσωπο της Ίλια βλέπει την εικόνα της ξεπεσμένης Ελλάδας.

Υπάρχουν τρεις άνθρωποι που, παράλληλα, θέλουν να σταματήσουν την Ίλια από την πορνεία. Ένας άντρας που την αγαπά, ο Όμερ και ο μαστροπός του λιμανιού ο οποίος εξαιτίας της χάνει κέρδη. Τελικά, ο μαστροπός χρηματοδοτεί τον Όμερ στον σκοπό του να την κάνει "καθώς πρέπει". Έτσι, ο Όμερ της μαθαίνει έναν "πνευματικό" τρόπο ζωής, πέρα από τις φυσικές απολαύσεις και της διδάσκει φιλοσοφία, μουσική, γεωγραφία. Με τις αρχές της λογικής της διορθώνει της λάθος ερμηνείες που δίνει στην πλοκή των αρχαίων τραγωδιών, στις οποίες η Ίλια αλλάζει την εξέλιξη και τους δίνει ευχάριστο τέλος.

Η Ίλια θεωρεί ότι ξαναγεννήθηκε και χαίρεται με τη νέα της ζωή, μέχρι που μαθαίνει ποιος δίνει τα χρήματα για την εκπαίδευσή της. Εξαγριώνεται και μαζί με τις πόρνες-θύματα του μαστροπού κάνει μια "επανάσταση" ενάντια του. Απορρίπτει και τον Όμερ από τη ζωή της. Παρόλα αυτά, ξεφεύγει από την πορνεία και ξεκινά μόνιμη σχέση (ίσως γάμο -δεν αναφέρεται στην ταινία-) με τον άντρα που την αγαπά, δείχνοντας ότι μόνο η αγάπη μπορεί να αλλάξει έναν άνθρωπο.

Πηγές: tovima.gr, hadjidakis.gr, stixoi.gr, haniotikanea, wikipedia